Προσπαθώντας να κατανοήσω την διέλευση του Κρόνου από τον 7ο οίκο μου, θυμήθηκα έναν φίλο που είχε έρθει στο σπίτι μου ξημερώματα, σε κακό χάλι. Ήταν στα μέσα του 2009 και ο φίλος μου Παρθένος στο ζώδιο. Τότε ο Κρόνος ήταν στην Παρθένο και εκείνος έχει αρκετούς πλανήτες στα μεταβλητά. Στα τέλη του 2007, ο Κρόνος έκανε σύνοδο με την ακμή του 7ου οίκου του και όλα τα προγνωστικά συστήματα έδειχναν ότι τα πράγματα δεν θα πήγαιναν καλά στον γάμο του.
Εκείνο το ξημέρωμα του 2009, ο Κρόνος (με την βοήθεια του Ουρανού) τον είχε φέρει σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και ενώ ήταν ένας σκληροπυρηνικός ορθολογιστής που γελούσε με την αστρολογική μου «μανία», όπως του άρεσε να λέει, με ρώτησε τάχα αδιάφορα: «Τι λέει εκείνος ο Κρόνος που κάνει κάτι με την Σελήνη μου; Φεύγει;»

«Θα το κοιτάξω και θα σου πω», του απάντησα.

Όλη την υπόλοιπη νύχτα, μου αφηγήθηκε τον εφιάλτη που ζούσε, την τάση για απομόνωση και την αίσθηση της κακοτυχίας.

Πράγματι, επιστράτευσα όλη την ερασιτεχνική μου γνώση και μελέτησα τον χάρτη του προσεχτικά. Χάλια μαύρα! Το τούνελ ήταν μακρύ και το φως αργούσε.
Αστειευόμενος μου είχε ζητήσει να του στείλω τις προβλέψεις μου σε mail για να έχει στοιχεία της παταγώδους αποτυχίας μου. Ήθελε μία πλήρη ανάλυση για την επίδραση του Κρόνου στη ζωή του εκείνη την περίοδο, τι θα έπρεπε να περιμένει και πως θα μπορούσε να συμπεριφερθεί για να έχει το λιγότερο κόστος. Παρθένος γαρ, όπως είπαμε, και μαθηματικός στο επάγγελμα.

Το ίδιο μεσημέρι, χρησιμοποιώντας όσα ο ίδιος μου είχε διηγηθεί, του έστειλα ένα mail με την παρακάτω ιστορία, λέγοντάς του ότι κατά την γνώμη μου ο καλύτερος τρόπος να περάσεις τον Κρόνο, είναι να παρατηρείς τον εαυτό σου. Αν δεν μπορείς, μην ανησυχείς. ΓιΆ αυτό είναι οι φίλοι!

(όλα τα ονόματα είναι αλλαγμένα, για ευνόητους λόγους)

Δευτέρα 08: 18 Ηλιούπολη

Ο Βασίλης αποφάσισε να πάρει το αίμα του πίσω. Κοίταξε από την μεγάλη τζαμαρία του γραφείου των καθηγητών κάτω στο προαύλιο και εντόπισε το τμήμα του. Β2. Είδε το τμήμα να προχωρά προς την τάξη του για την πρώτη ώρα του μαθήματος. Είδε με αδάμαστη απέχθεια τις φάτσες των 30 δεκαεφτάχρονων που απαρτίζουν το τμήμα του οποίου είναι υπεύθυνος καθηγητής.

Ένας εκ των 30 είναι ο Βαγγέλης ο Σέρκος. Γιος φαρμακοποιού. Αν δεν είχε τόσο μεγάλο «δόντι», δεν θα είχε διοριστεί στο λύκειο της γειτονιάς του, οπότε δεν θα τον ένοιαζε αν έπαιρνε τα φάρμακά του από το φαρμακείο της γειτονιάς του και αν ο φαρμακοποιός έχει γιο σε ηλικία που θα μπορούσε να είναι μαθητής του. Όχι! Το να ξέρει ένας μαθητής σου ότι παίρνεις ψυχοφάρμακα, δε το λες επιτυχία.

Ούτε και ο ίδιος είχε καταλάβει πως στάθηκε τόσο απερίσκεπτος. ΑπΆ ότι του είχαν πει όμως, η κατάστασή του ήταν σαφής. Ξυπνούσε μετά από δέκα ώρες ύπνου και ήταν ένα πτώμα. Έκανε εξετάσεις και ήταν κανονικές. Ο δε αιματοκρίτης του, καταπληκτικός.
«Είστε γερός σαν ταύρος! Δεν έχουμε τίποτα. Μια χαρά είμαστε! Μια χαρά!», είχε πει ο γιατρός στον πληθυντικό, λες και αν είχε κάτι, θα το είχαν μαζί.

Ωστόσο ο Βασίλης εξακολουθούσε να σέρνεται. Καθόταν με τις ώρες αμίλητος στο τραπέζι της κουζίνας χωρίς να κάνει τίποτα. Έπινε καφέ και κοιτούσε τα πλακάκια. Ούτε εφημερίδα, ούτε περιοδικό, ούτε βιβλίο, ούτε ράδιο, ούτε τηλεόραση, ούτε παρέα. Ο δεξιός τοίχος, είχε 52 πλακάκια και ο αριστερός 39.

Δεν ήθελε να πάει πουθενά και απέφευγε να σηκώνει τα τηλέφωνα. Αυτός και τα 91 στο σύνολο πλακάκια της κουζίνας του, περνούσαν μια ελαφριά κατάθλιψη που όταν έγινε λίγο πιο σοβαρή, στον αριθμό τους προστέθηκε και το 30, που ήταν το σύνολο από τις γρίλιες στο αλουμινένιο πατζούρι στην μπαλκονόπορτα της κουζίνας. Το πλυντήριο πιάτων έχει 6 κουμπιά και ο φούρνος μικροκυμάτων 3. Η κεραμική κουζίνα 7 κουμπιά και τα ράφια του ψυγείου είναι 4. Τα ντουλάπια έχουν συνολικά 29 πόμολα και το σπίτι έχει 14 πρίζες. Πηγαίνοντας με τα πόδια στον φούρνο για ψωμί, ανακάλυψε πως είχε κάνει ήδη 20 λεπτά για μια απόσταση 5 λεπτών με τα πόδια. Εκείνη την μέρα είχε αρχίσει να μετράει τις πλάκες στα πεζοδρόμια και τότε μια φωνή μέσα του, του έβαλε πάγο. «Που πας Βασίλη;»
«Στο φούρνο!»
«Τρελαίνεσαι Βασίλη! Το έχεις καταλάβει;»
«Γιατί το λες αυτό;»
«Μετράς τα πάντα Βασίλη! Έχεις ομολογήσει σε κανέναν πόσα πολλά ξέρεις;»
«Σε παρακαλώ μη το πεις!»
«Θα το πω Βασίλη!»
«Όχι!»
«Ναι Βασίλη! Η κουρτίνα του σαλονιού σου έχει 142 στάχυα και το κάθε ένα διαθέτει 24 σπόρους! 142 επί 24 μας κάνουν 3408 σπόρους, πάνω σε κρεπ σατέν ύφασμα. Σε τι σε ωφελεί αυτή η γνώση;»
«Δεν ξέρω. Αλλά είμαι μαθηματικός. Οι μαθηματικοί έχουν μανία με τους αριθμούς. Αυτό είναι φυσιολογικό!»
«……………..»
«Δεν είναι;»

Όχι βέβαια. Καμιά μανία δεν είναι φυσιολογική. Καλοί φίλοι τον έστειλαν συστημένο και του το επιβεβαίωσε και ο νευρολόγος. Του έγραψε κάτι να το παίρνει για λίγο καιρό. Κάτι ελαφρύ. Η κατάστασή του είναι παροδική. Δεν πέρασε και λίγα. Είναι και εσωστρεφής…

Είχε περάσει ενάμισης χρόνος από τον πολιτισμένο του χωρισμό με την Σοφία και έξι μήνες από την μέρα που άρχισε να παίρνει το κάτι ελαφρύ. Κάτι ελαφρύ για κάτι που το είχε πάρει βαριά. Ποσά αντιστρόφως ανάλογα. Έστω ότι, τώρα ήταν καλύτερα. Ήταν ανάγκη να ξεμείνει από το κάτι ελαφρύ και να πάει να το πάρει από το φαρμακείο του Σέρκου και ιός; Ήταν ανάγκη να έχει ιό ο Σέρκος; Και μάλιστα μαθητή του; Όταν ζήτησε το κάτι ελαφρύ και έδειξε την συνταγή, δεν είχε δει ότι πίσω από τον πάγκο, καθισμένος σΆ ένα σκαμπό ήταν ο ιός του Σέρκου.
«Γεια σας κύριε Παπαζήση! Τι κάνετε;», είπε όλο χαρά το βλαμμένο, λες και τον έβλεπε μετά από δέκα χρόνια. Το ίδιο μόλις πρωί, είχαν δύο ώρες συνεχόμενες. Που τη βρήκε τόση χαρά;
«Καλά είμαι Βαγγέλη, καλά.»
«Παπαζήσης; Είστε ο μαθηματικός του Βαγγέλη;», χαμογέλασε ο μπαμπάς. Δεν είχε δει ακόμα την συνταγή.
«Ναι. Δεν έτυχε να…Μόνο τη σύζυγο έχω δει», κατάφερε να ψελλίσει ο Βασίλης.
«Πως τα πάει ο μικρός; Καλά ή…», χαμογέλασε ξανά ο φαρμακοτρίφτης και τσακίστηκε να εξυπηρετήσει. Κοίταξε την συνταγή.
«Όχι, είναι καλός!», προσπάθησε να τον γλυκάνει, πριν σχηματίσει άποψη.
Ο μπαμπάς Σέρκος άλλαξε βλέμμα μόλις διάβασε το κάτι ελαφρύ αλλά δεν το έδειξε.
«Των 25 ή των 50;», ρώτησε συνωμοτικά. «Έχει ξεχάσει να το γράψει ο…ο γιατρός.»
«Των 50», μουρμούρισε ο Βασίλης. Τι να μου κάνουν των 25, σκέφτηκε.
Βγαίνοντας από το φαρμακείο, δεν μέτρησε τις νεραντζιές όπως είχε προγραμματίσει. Τον απασχολούσαν πιο σοβαρά θέματα. Φαντάστηκε τι θα έλεγε στον γιο του ο μπαμπάς Σέρκος.
«Καλά κρασιά! ¶ντε να μάθετε γράμματα από ψυχοπαθείς καθηγητές!»
«Γιατί το λες αυτό μπαμπά;»
Την επόμενη κιόλας μέρα, ήταν σίγουρος ότι θα το ήξερε όλη η τάξη και μέχρι την τέταρτη ώρα όλο το σχολείο!
«Παιδιά! Παιδιά! Ο Παπαζήσης είναι σάικο! Ήρθε και πήρε ψυχοφάρμακα απΆ το φαρμακείο του πατέρα μου! Με συνταγή γιατρού!» Και μετά από την διάδοση του νέου, ο Βασίλης ήταν σίγουρος ότι την αυστηρότητά του με τα παιδιά, θα την πλήρωνε πολύ ακριβά.
Τέρμα ο γλυκός και επιβεβαιωτικός αχός στο πέρασμά του, «Ωχ! Παιδιά έρχεται ο Παπαζήσης!»

Τέρμα η άκρα του τάφου σιγή την ώρα του μαθήματος. Πως θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το ειρωνικό χαχανητό; Το κάτι ελαφρύ, σύντομα θα γινόταν κάτι βαρύ, αλλά θα το πλήρωναν ακριβά. Την Πέμπτη που είχε περάσει, το Β2, είχε γράψει τεστ και τώρα Δευτεριάτικα, ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμεναν να τους συμβεί. Ο Βασίλης 08:17 μπήκε στην τάξη αποφασιστικός. Δε θα προλάβαιναν να χαχανίσουν.
«Τα βιβλία στις τσάντες και μόνο ένα χαρτί και ένα στυλό στα θρανία σας! Διαγώνισμα! Θα μετρήσει στο βαθμό του τριμήνου»
«Μα κύριε…»,έσκουξαν όλοι μαζί.
«Δε θα το ξαναπώ! Και μην ακούσω κινητά και τέτοια… Θα μηδενίσω κόλλες!»
08:18 επικράτησε άκρα του τάφου σιγή. Όλοι κρεμάστηκαν απΆ τα χείλη του. Έτσι μπράβο! Πάνω που θα άρχιζε η εκφώνηση, ένας εκνευριστικός ήχος κινητού διέκοψε τον ειρμό της άσκησης που είχε σχεδιαστεί ειδικά, ώστε κανένας να μη καταφέρει να την λύσει. Τα σκατόπαιδα δεν αντέδρασαν καθόλου. Τέτοιο θράσος!
«Ποιος έχει ανοιχτό κινητό στην τάξη μου;», ρώτησε έξαλλος. «Είπα ποιος έχει ανοιχτό κινητό στην τάξη μου!»
«Εσείς κύριε», απάντησε δειλά ο ιός Σέρκος.


Χαμογέλα Βασίλη. Κρόνος είναι…Θα περάσει!