Βασιλης Παπαδολιας
11-11-2007, 02:44 PM
Τα τελευταία χρόνια η ψυχιατρική δεν απολαμβάνει και ιδιαίτερη εκτίμηση ως μία επιστήμη, που πραγματικά προσφέρει στο συνάνθρωπο και την κοινωνία. Οι ψυχίατροι λογίζονται ως στυγνοί επαγγελματίες, που με υψηλό κόστος απαντούν αόριστα στα προβλήματα του καθενός και της κοινωνίας. Τι θα μπορούσε να πει κανείς σε αυτούς τους ανθρώπους; Ποιες απαντήσεις θα μπορούσε να δώσει σε απλά ερωτήματα όπως πώς λειτουργεί το μυαλό ή γιατί κάνουμε ότι κάνουμε στην καθημερινότητα μας; Μία σειρά από τέτοιου είδους απαντήσεις φιλοδοξεί να δώσει η ψυχολογική σχολή της Συνδιαλεκτικής Ανάλυσης. Η Συνδιαλεκτική Ανάλυση έχει δώσει πολλές απαντήσεις σε ανθρώπους που αναρωτιούνται για τις πηγές των προβλημάτων τους, απαντήσεις που χαρακτηρίζονται κυρίως από τα εξής:
είναι ρεαλιστικές
επιτρέπουν στον άνθρωπο να προχωρήσει στο μέλλον του ανεξάρτητα από το τι έχει συμβεί στο παρελθόν
δίνουν τη δυνατότητα στα άτομα να αλλάξουν
δίνουν τη δυνατότητα για αυτοέλεγχο
δίνουν ελευθερία επιλογής
Η μέθοδος αυτή της Συνδιαλεκτικής Ανάλυσης θεμελιώθηκε από το Δόκτωρα Έρικ Μπερν, ήδη από τη δεκαετία του '50. Το καινούριο που έφερε στο χώρο της ψυχοθεραπείας ήταν ότι μπορούσε να εφαρμοστεί με απλό και κατανοητό τρόπο, τόσο σε άτομα όσο και σε ομάδες. Το γεγονός αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για να εξαπλωθεί η άσκηση της ψυχοθεραπείας στις λαϊκές μάζες, χωρίς να χρειάζονται ειδικά σεμινάρια για εκμάθηση της ορολογίας του Φρόϋντ. Βασισμένη σε αυτή τη μέθοδο, η ψυχιατρική κοινότητα μπορούσε για πρώτη φορά να πιστέψει ότι έχει ένα εργαλείο μαζικής παρέμβασης στην κοινωνία, εργαλείο με το οποίο μπορούσε για πρώτη φορά να ελπίσει ότι θα μπορούσε ακόμα και να αλλάξει τον κόσμο.
Οι βασικές αρχές της μεθόδου πηγαίνουν πίσω στις απαρχές και τους πρώτους δασκάλους της Ψυχοθεραπείας. Ξεκινούν με την κοινή διαπίστωση της θρησκείας, της φιλοσοφίας, του πολιτισμού και της τέχνης ότι ο άνθρωπος έχει πολλαπλή φύση. Πολλαπλή φύση που συνήθως ανάγεται σε διπλή, οι δύο πλευρές της οποίας συγκρούονται μεταξύ τους. Το καλό και το κακό, ο ανώτερος και ο κατώτερος άνθρωπος, το πνεύμα και η ύλη. Την ακριβή υπόσταση της διπλής φύσης αυτής του ανθρώπου ανέλυσε για πρώτη φορά επιστημονικά ο θεμελιωτής της Ψυχοθεραπείας Σίγκμουντ Φρόϋντ. Ο Φρόϋντ ονομάτισε τα μέρη που συγκρούονται μεταξύ τους. Το Υπερεγώ ασκούσε περιοριστική δύναμη πάνω στα ένστικτα έχοντας σα διαιτητή το Εγώ, που ενεργούσε με βάση μία εξιδανικευμένη λογική ατομικού συμφέροντος. Μαθητές του Φρόϋντ όπως ο Γιουγκ ή ο ¶ντλερ έδωσαν άλλα ονόματα στα μέρη που συγκρούονταν μεταξύ τους και εισήγαγαν και νέους παίκτες στο πολεμικό παιχνίδι, παίκτες όπως η Περσόνα, η Σκιά, ο ¶νιμους και η ¶νιμα, το ομαδικό και το προσωπικό ασυνείδητο, η προσωπική και η συλλογική συνείδηση. Συνεχίζοντας από δάσκαλο σε μαθητή ο Δόκτωρ Έρικ Μπερν ανέπτυξε κι αυτός τη δεκαετία του '50 το δικό του μοντέλο ερμηνείας των εσωτερικών μας συγκρούσεων, το μοντέλο της Συνδιαλεκτικής Ανάλυσης. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο τα μέρη του ψυχισμού που συγκρούονται μεταξύ τους είναι τρία, ο Γονέας, ο Ενήλικος και το Παιδί.
Ο Γονέας
Ο Γονέας είναι μία τεράστια συλλογή καταγραφών που έχουν γίνει στον εγκέφαλο μας εξαιτίας εξωτερικών γεγονότων. Οι καταγραφές αυτές έχουν εντυπωθεί πάνω στο άτομο τα πρώτα χρόνια της παιδικής του ζωής χωρίς να έχουν περάσει από κάποιου είδους εξέταση ή επιβεβαίωση. Ονομάζουμε το σύνολο των καταγραφών αυτών Γονέα, επειδή οι πιο σημαντικές από αυτές τις καταγραφές έχουν γίνει από δηλώσεις – παραδείγματα των γονιών του ατόμου ή εκείνων των ατόμων που έπαιζαν το ρόλο του γονέα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ο Γονέας του κάθε ατόμου είναι διαφορετικός κι έχει διαφορετικές καταγραφές από τους άλλους ανθρώπους. Οι πληροφορίες του έχουν καταγραφεί «απευθείας» στο άτομο, χωρίς προηγούμενη εξέταση και αξιολόγηση. Λόγω της μικρής ηλικίας, της αδυναμίας του παιδιού να εξετάσει νοήματα και της εξάρτησης του από τους γονείς, στην ηλικία αυτή δεν υπάρχει περιθώριο κριτικής αξιολόγησης αυτών των πληροφοριών, ούτε εύρεσης της βαθύτερης αιτίας των γεγονότων. Η βίαιη - για παράδειγμα - συμπεριφορά των γονιών είναι απλά βίαιη, χωρίς να αναζητείται η αιτία της βίας ή να εξηγείται το γεγονός αυτής. Στο Γονέα καταγράφονται όλες οι νουθεσίες, οι κανόνες και οι νόμοι που το παιδί άκουσε από τους γονείς του ή είδε στη ζωή τους. Ο τόνος της φωνής, οι γκριμάτσες του προσώπου, τα χάδια και οι αγκαλιές, τα μη και τα όχι τους κι αργότερα οι προφορικές δηλώσεις τους καταγράφονται σαν αλήθειες, καθώς προέρχονται από τη μοναδική – σ' αυτή τη μικρή ηλικία – πηγή σιγουριάς, τους γονείς, που από φυσική και από κάθε άλλη άποψη έχουν απόλυτη εξουσία στη ζωή του παιδιού.
Ο εσωτερικός Γονέας του ατόμου είναι το σύνολο των επιδράσεων αυτών που κουβαλάει ο άνθρωπος μέσα του για μία ολόκληρη ζωή. Οι επιδράσεις αυτές είναι σωτήριες για τη ζωή του ατόμου, ασχέτως αν κάποιες από αυτές είναι υποκειμενικές. Σε μία ηλικία χωρίς κρίση και εμπειρίες, οι διαταγές των γονιών είναι απαραίτητες για να αποφευχθεί η έξοδος στο δρόμο, η επαφή με τη φωτιά, το πέσιμο από τις σκάλες. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν καταγραφές στις οποίες το παιδί «κλείνει το διακόπτη» μέσα του, επειδή δεν παρουσιάζονται συνεπείς προς τον εαυτό τους και το παιδί δεν μπορεί να στηριχτεί σε αυτές. Για παράδειγμα οι διαφωνίες των γονιών του και η ασυνέπεια λόγων και έργων είναι λόγοι που μπορεί να καταστήσουν κάποιες εγγραφές ανενεργές.
Οι περισσότερες καταγραφές του Γονέα έχουν να κάνουν με οδηγίες τύπου «πώς να…». Πώς να στρώσεις το κρεβάτι σου, πώς να φτιάξεις το δωμάτιο σου, πώς να κάτσεις στο τραπέζι, κλπ. Οι οδηγίες αυτές δείχνουν να έχουν δεσμεύσει κάποιους νευρικούς αγωγούς στο μυαλό μας και να μας προμηθεύουν με έτοιμες πληροφορίες, που δεν περνούν από το κύκλωμα της αξιολόγησης. Οι πληροφορίες προέρχονται κατά βάση από τους γονείς αλλά και από άλλα πρόσωπα που έχουν εξουσία πάνω στο άτομο, όπως μεγαλύτερα αδέλφια. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι καταγραφές που κάνει το παιδία βλέποντας τηλεόραση. Όλα αυτά τα ερεθίσματα καταγράφονται ως αλήθειες στον εσωτερικό Γονέα του και το επηρεάζουν και θα το επηρεάζουν σε ολόκληρη τη ζωή του.
Το Παιδί
Την ώρα που το παιδί καταγράφει τα εξωτερικά γεγονότα και τις νουθεσίες στον εγκέφαλο του σαν πληροφορίες – οδηγίες για την πορεία του στη ζωή, καταγράφει ταυτόχρονα και τις δικές του αντιδράσεις, τα συναισθήματα που νιώθει τη στιγμή των γεγονότων. Τα συναισθήματα αυτά είναι δυνατόν να αναπαράγει στο μέλλον στη ζωή του σε ανάλογες συνθήκες ή όταν συμβεί κάποιο ανάλογο εξωτερικό γεγονός και μάλιστα να τα αναπαράγει αυτόματα, χωρίς να ελέγχονται αυτά από τη θέληση του. Στην πρώιμη παιδική ηλικία οι εντυπώσεις καταγράφονται αυτόματα χωρίς νοητική επεξεργασία. Οι καταγραφές που έχουν γίνει κατ' αυτόν τον τρόπο δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν αργότερα. Το μεγαλύτερο μέρος τους είναι αρνητικά συναισθήματα, που προκαλούνται από το αίσθημα κατωτερότητας του παιδικού απέναντι στους παντοδύναμους γονείς του και απέναντι στις συνεχείς απαιτήσεις τους προκειμένου να κερδίσει την επιδοκιμασία τους. Στην προσπάθεια να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των γονέων το παιδί αναγκάζεται να καταπιέσει βασικές του ανάγκες, όπως την έκφραση του θυμού, την περιέργεια, την εξερεύνηση και την ικανοποίηση των σωματικών του αναγκών. Συγκρίνοντας συνεχώς τον εαυτό του με αυτό που του ζητείται, το παιδί γεμίζει από αρνητικά συναισθήματα, που υποδηλώνουν πόσο το ίδιο υπολείπεται των άλλων ή των απαιτήσεων που του προβάλλονται. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΚ θα λέγαμε συνοπτικά ότι είναι το βασικό συναίσθημα που αισθάνεται το παιδί, ενώ ταυτόχρονα αισθάνεται ότι άλλοι είναι ισχυροί και παντοδύναμοι, ότι ΕΙΝΑΙ ΟΚ.
Αυτά τα συναισθήματα παραμένουν μόνιμα στον ψυχισμό του ανθρώπου, καθώς την εποχή που δημιουργήθηκαν δεν υπήρχε δυνατότητα να φιλτραριστούν νοητικά και να εξεταστεί η ορθότητα τους και η συμφωνία τους με την πραγματικότητα. Συνήθως παραμένουν κρυμμένα μέσα στον ψυχισμό μας μέχρι να έρθει μία στιγμή κρίσης, μία στιγμή αδιεξόδου, που η λογική αποτυγχάνει να επιλύσει το πρόβλημα και να διατηρήσει έτσι τον έλεγχο της προσωπικότητας. Τότε ανοίγεται η πόρτα για την έκφραση αυτών των συναισθημάτων.
Από την άλλη πλευρά ο παιδικός ψυχισμός περιέχει και μία σειρά από θετικά συναισθήματα, που κάνουν τη ζωή καλύτερη και πιο ξέγνοιαστη. Η περιέργεια, η δημιουργικότητα, η επιθυμία για γνώση και εξερεύνηση, το ευχάριστο ξάφνιασμα από κάθε νέα εντύπωση και ερέθισμα, η ευχαρίστηση από ένα νέο επίτευγμα, το αίσθημα της ζεστής αγκαλιάς, το απαλό χάδι, ένα απαλό ρούχο και τόσα άλλα είναι εντυπώσεις που απαλύνουν για κάποιες στιγμές το συναίσθημα της κατωτερότητας και καταφέρνουν να δημιουργούν μία νησίδα ευτυχίας, για λίγες στιγμές όμως, χωρίς να αλλάζει η γενική εντύπωση του ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΚ. Δε θα ήταν λοιπόν υπερβολή να πούμε ότι η πλειονότητα των ανθρώπων κρύβουν ένα NOT OK παιδί μέσα τους.
Ο Ενήλικος
Παράλληλα με τις καταγραφές του Γονέα και του Παιδικού από την ηλικία των δέκα μόλις μηνών ο άνθρωπος ξεκινά μία συνειδητή προσπάθεια να ελέγξει το περιβάλλον του. Τα ερεθίσματα και οι αντιδράσεις του προς το περιβάλλον ήταν μέχρι στιγμής ανεξέλεγκτα και αυθόρμητα. Από τους δέκα μήνες και μετά όμως (πρώτες προσπάθειες για αυτόβουλη κίνηση – περπάτημα) ο άνθρωπος αρχίζει πλέον να δοκιμάζει συνειδητά, να επιλέγει δρόμους, να προσανατολίζεται και να απελευθερώνεται από την ακινησία που είχε ως τώρα. Ο Ενήλικος σχηματίζεται προοδευτικά βασισμένος στο συλλογισμό και τη συλλογή πληροφοριών. Αν το Παιδί περιέχει συναισθηματικές αντιδράσεις, ο Ενήλικος περιέχει σκέψεις και στοιχεία, μόνο που τα στοιχεία αυτά έχουν προέλθει από την ίδια του την εμπειρία και δεν είναι δοτά όπως στην περίπτωση του Γονέα. Ο Ενήλικος αρχίζει και διαφοροποιείται λοιπόν από το Γονέα, όσο αρχίζει και διαπιστώνει ότι υπάρχουν καταγραφές του, που δεν επαληθεύονται στην πράξη. H απείθαρχη εμμονή ενός μικρού παιδιού να πιάσει ένα εύθραυστο αντικείμενο ή να ρίξει στο πάτωμα κάτι που σπάει είναι παρορμήσεις του Ενήλικα, που εξερευνά, εμπιστεύεται την ίδια του την κρίση και όχι τη διαταγή του Γονέα.
Ο Ενήλικος διαφοροποιείται και από το Παιδί καθώς στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα και πληροφορίες κι όχι στις επιθυμίες του και βλέπει τη ζωή ρεαλιστικά, όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να είναι. Με την πάροδο του χρόνου ο Ενήλικος αξιολογεί τα όνειρα του Παιδιού και επιλέγει αυτά που κρίνει ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα. Επιλέγει ακόμη και ποιες από τις διαταγές – νουθεσίες του Γονέα θα ακολουθήσει, καθώς τις εξετάζει και βλέπει αν επιβεβαιώνονται στην πράξη. Στην πορεία ενσωματώνει τα κομμάτια του Γονέα και του Παιδιού που έχει θεωρήσει συμβατά με την πραγματικότητα. Στη διαδικασία αυτή είναι σημαντικό να διαπιστώσει ότι οι διαταγές των γονέων αποδείχτηκαν σωστές στην πράξη. Όταν οι οδηγίες των γονέων ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, τότε αισθάνεται κι εκείνος ασφάλεια κι αυτοπεποίθηση και αισθάνεται ότι μπορεί να προχωρήσει με σιγουριά στη ζωή του.
Με την πάροδο του χρόνο ο Ενήλικος αρχίζει και αναπτύσσει επίσης και κάποιες άλλες δεξιότητες, που δεν υπάρχουν στο Γονέα ή στο Παιδί. Μία από αυτές είναι η Εκτίμηση Πιθανοτήτων. Η ικανότητα αυτή αναπτύσσεται με την εξάσκηση, καθώς ο Ενήλικος αναπτύσσεται και παίρνει σιγά σιγά αποφάσεις βασισμένος όχι πάντα σε ολοκληρωμένα στοιχεία, αλλά πολλές φορές βασιζόμενος σε υποθέσεις και βάσιμες πιθανότητες. Για την περίπτωση του λάθους, ο Ενήλικος εξετάζει μάλιστα εναλλακτικές λύσεις, ώστε να καλύψει και την περίπτωση αποτυχίας. Για να λειτουργήσει σωστά αυτή η διαδικασία όμως απαιτείται ένα σχετικά ασφαλές περιβάλλον, που δεν ξυπνά δυσάρεστες μνήμες και αντιδράσεις του Παιδιού. Στις περιπτώσεις που δε συμβαίνει αυτό, ξυπνά το Παιδί κι ο Ενήλικος αδυνατεί να συμμετάσχει στη διαδικασία και περιορίζεται στο να παρατηρεί τα ξεσπάσματα του Παιδιού.
<div align=left><img src=http://www.myhoroscope.gr/articles/images/ta.gif align=left hspace=6 vspace=1</div>Μία άλλη δεξιότητα του Ενήλικου είναι η Δημιουργικότητα. Η Δημιουργικότητα βασίζεται καταρχήν στην παιδική περιέργεια, στην πορεία όμως εμπλουτίζεται με τις νοητικές διεργασίες της ανακάλυψης, της σύνθεσης, των συνδυασμών και της ταξινόμησης. Μέσα από τις διαδικασίες αυτές ο Ενήλικος καταλήγει σε συμπεράσματα, δημιουργεί νέα γνώση και παίρνει αποφάσεις. Η διαδικασία αυτή, που συνδυάζει την περιέργεια με τη συμπερασματική λογική, είναι δυνατόν να μπλοκαριστεί και πάλι, όταν το άτομο αφιερώνει συνεχώς χρόνο στο να αντιμετωπίζει το εχθρικό περιβάλλον του ή να συγκρούεται εσωτερικά με τις καταγραφές του Γονέα του. Αντίθετα, όταν το άτομο έχει διαπιστώσει στην πράξη ότι οι περισσότερες καταγραφές του Γονέα του είναι αληθείς, απελευθερώνεται από την εσωτερική του σύγκρουση, αφήνοντας κάποιες δραστηριότητες του στον αυτόματο πιλότο και βρίσκει χρόνο να δράσει ελεύθερα και πιο δημιουργικά.
Οι τέσσερις θέσεις της ζωής
Με βάση τις ως τώρα μελέτες για τη γέννηση και την ανάπτυξη του παιδιού η Συνδιαλεκτική Ανάλυση έχει καταλήξει ότι κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής του, ο άνθρωπος διαμορφώνει τη βασική ψυχολογική στάση ζωής, την οποία και διατηρεί ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής του. Η στάση ζωής αυτή διαμορφώνεται κατά βάση από τους εξής παράγοντες:
α) την ασφάλεια που νιώθει το παιδί βρέφος στους εννιά μήνες που κυοφορείται μέσα στο ζεστό σώμα της μητέρας του, με την οποία έχει εγκαθιδρύσει μία συμβιωτική σχέση
β) το τραυματικό σοκ της γέννησης, που μέσα σε λίγες ώρες "σπρώχνει" το βρέφος να βγει σε ένα αφιλόξενο (κρύο και θορυβώδες μεταξύ άλλων) εξωτερικό περιβάλλον.
γ) τη συμφιλίωση που λαμβάνει χώρα με τη ζωή, όταν το μωρό νιώσει το πρώτο του χάδi, στιγμή που σηματοδοτεί και το σημείο της ψυχολογικής του γέννησης. Το χάδι και η σωματική επαφή αποτελούν το βασικότερο κίνητρο για την ωρίμανση και ψυχολογική εξέλιξη του ανθρώπου. Στην προσπάθεια του να προβλέψει και να προκαλέσει με τη θέληση του το χάδι της μητέρας του, το παιδί επιστρατεύει όλες τις νοητικές του ικανότητες για να κατανοήσει τις συνθήκες που επιφέρουν αυτή την επιβράβευση και να μπορέσει να τις επαναλάβει. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο Ενήλικος μέσα σε κάθε άνθρωπο αναπτύσσεται και ωριμάζει κατά κύριο λόγο προκειμένου να επιτύχει την ευχαρίστηση που προκαλεί το άγγιγμα και το χάδι.
Με βάση τους πιο πάνω παράγοντες οι τέσσερις θέσεις που μπορεί να καταλήξει ο άνθρωπος σε αυτό το πρώιμο στάδιο της ζωής του είναι οι εξής:
Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ:
Είναι η στάση ζωής που απαντιέται στον περισσότερο κόσμο. Στη θέση αυτό το άτομο αισθάνεται ότι οι γύρω του είναι άτομα καλύτερα από το ίδιο και αισθάνεται ότι το ίδιο μειονεκτεί σε σxέση με τους άλλους. Δεν μπορεί να εξηγήσει υπό ποιες συνθήκες δέχεται επιδοκιμασίες και υπό ποιες όχι κι έτσι αισθάνεται ότι δεν μπορεί να προκαλέσει μόνο του την επιδοκιμασία με τη συμπεριφορά του. Αντίθετα βρίσκεται στο έλεος των άλλων για να εισπράξει την επιδοκιμασία ή το χάδι. Παρόλα αυτά το άτομο προσπαθεί να προκαλέσει την επιδοκιμασία με διάφορα σενάρια και υποθέσεις. Προσπαθεί στη συνέχεια να ακολουθήσει το κάθε τέτοιο σενάριο αλλά, μόλις το εκπληρώσει, αυτό το ακολουθεί κάποιο άλλο, κι έτσι δε μένει ποτέ ικανοποιημένο. Το άτομο μπορεί να συνεχίσει έτσι να ελπίζει και να δοκιμάζει σενάρια, μην ξέροντας με ακρίβεια πότε επιδοκιμάζεται και πότε όχι ή μπορεί να αρνηθεί τη διαδικασία της επιδοκιμασίας και να αποφασίσει ότι θα είναι για πάντα μειονεκτικό σε σχέση με τους άλλους και να σταματήσει να προσπαθεί να γίνει καλύτερο. Τότε επιλέγει συνειδητά να είναι το "κακό παιδί" και να έχει αντιδραστική και αντικοινωνική συμπεριφορά. Τα άτομα που έχουν τη στάση ζωής Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ" επιδιώκουν γενικότερα σχέσεις με άτομα που έχουν ισχυρό Γονέα, γιατί επιδιώκουν να λαμβάνουν από αυτά τη γονική επιδοκιμασία.
Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ:
Στο δεύτερο χρόνο της ζωής του, μόλις έχει ξεκινήσει να περπατάει, το άτομο μπορεί να αλλάξει την αρχική του θέση από το "Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ" στο "Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ". Ο λόγος που μπορεί να προκαλέσει μία τέτοια αλλαγή είναι να παρουσιαστεί μία αλλαγή στο γονική συμπεριφορά. Είναι η ηλικία που το παιδί αρχίζει να περπατάει, άρα διεκδικεί μία μεγαλύτερη ανεξαρτησία κι αρχίζει να εκδηλώνεται μέσα του ο Ενήλικος με τη μορφή της περιέργειας, της εξερεύνησης και της διερεύνησης των ορίων της συμπεριφοράς του. Η αντίδραση των γονέων στην ωρίμανση αυτή του παιδιού μπορεί να είναι καθοριστική για την υπόλοιπη ζωή του. Αν ο γονέας προσπαθήσει να περιορίσει την εξέλιξη αυτή του ενήλικου με απαγορεύσεις, αποδοκιμασίες και τιμωρίες με γενικευμένη άρνηση (λέει σε όλα ΜΗ) ή από την άλλη αποτύχει να καθορίσει συγκεκριμένα όρια επιτρεπόμενης συμπεριφοράς, πέφτοντας σε αμφιταλαντεύσεις και έλλειψη ελέγχου, τότε οδηγεί το παιδί στο να δημιουργήσει μία εντύπωση ότι όχι μόνο το ίδιο αλλά και οι άλλοι δεν είναι ΟΚ. Το παιδί παραιτείται τότε από την προσπάθεια να αρέσει στους άλλους και παύει να χρησιμοποιεί τον Ενήλικο του στις σχέσεις του με τους άλλους. Συμπεριφέρεται μονίμως είτε ως Παιδί είτε ως Γονέας. Και επιπλέον, δεν έχει και τη δυνατότητα να υποστεί την αναγκαία ψυχοθεραπευτική διεργασία, γιατί απορρίπτει και το πρόσωπο του ψυχοθεραπευτή του ως άτομο μη ΟΚ.
Μία ειδική περίπτωση αυτής της θέσης ζωής είναι η περίπτωση του αυτιστικού παιδιού. Το παιδί αυτό περνάει στη θέση "Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ" χωρίς να έχει προηγηθεί η πρώτη στάση ζωής του "Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ". Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο να κλειστεί το παιδί στον εαυτό του από την αρχή της ζωής και να μην επικοινωνήσει καθόλου με τον έξω κόσμο. Σε μερικές περιπτώσεις αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την έλλειψη αρκετά δυνατού εξωτερικού ερεθίσματος, όπως το δυνατό σφίξιμο στην αγκαλιά ή το δυνατό χάδι. Ερεθίσματα όπως το πολύ απαλό χάδι, μπορεί να μην είναι αντιληπτά από άτομα που έχουν ανεπαρκή ευαισθησία στην αντίληψη και να οδηγήσουν έτσι σε αυτισμό. Από παρατηρήσεις που έχουν γίνει είναι δυνατό αυτιστικά παιδιά να έχουν σημαντική βελτίωση, αν σε πρώιμο στάδιο αρχίζουν να δέχονται σφικτές αγκαλιές και ερεθίσματα με μεγάλη ένταση που διαπερνούν το πρόβλημα μειωμένης αίσθησης που μπορεί να παρουσιάζουν.
Είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ:
Μία δεύτερη δυνατότητα εξέλιξης της πρώτης θέσης ζωής είναι το να εξελιχθεί αυτή η θέση στο Είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ. Τα παιδιά που αναπτύσσουν αυτή τη θέση ζωής είναι συνήθως αυτά που είναι κακοποιημένα. Για τα παιδιά αυτά η παρουσία του γονέα είναι πηγή πόνου και βίας και η μόνη τους ανακούφιση είναι η ίδια τους η μοναξιά. Η μοναξιά αυτή οδηγεί προοδευτικά και στη διάθεση για αυτοϊκανοποίηση, καθώς η ευχαρίστηση δεν μπορεί να προέλθει από τον έξω κόσμο. Έχοντας στο μυαλό τους τη βία που έχουν υποστεί, τα παιδιά αυτά αποδέχονται ότι η βία είναι επιτρεπτή κι έτσι θεωρούν ότι έχουν και αυτά την άδεια να χτυπούν. Είναι γεμάτα μίσος για την κοινωνία άλλά το κρύβουν πίσω από μία τυπική ευγένεια. Κι αυτά δεν αποδέχονται εύκολα την ψυχοθεραπεία, καθώς θεωρούν το θεραπευτή τους ότι δεν είναι ΟΚ. Τα άτομα αυτά δεν έχουν όρια και πρέπει και είναι δυνατό να καταλήξουν σε εγκληματικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές. Μαζεύουν γύρω τους άτομα που τους κολακεύουν, αλλά κατά βάθος ξέρουν ότι οι κολακείες αυτές δεν είναι αληθινές, καθώς αυτοί που τις εκστομίζουν οι ίδιοι δεν είναι ΟΚ. Έτσι το αποτέλεσμα είναι ότι μένουν στην αυτοϊκανοποίηση της μοναξιάς τους, καθώς αποδέχονται μόνο τον εαυτό τους ότι είναι ΟΚ.
Είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ:
Η θέση αυτή είναι μία θέση επίκτητη, που δεν αποκτιέται στην πρώιμη παιδική ηλικία. Είναι μία θέση που αποκτά ο άνθρωπος με συνειδητή του απόφαση και διαφέρει από τις άλλες, γιατί, ενώ οι άλλες είναι υποσυνείδητες και βασίζονται σε αισθήματα, αυτή δεν είναι και βασίζεται σε δεδομένα και στη λογική. Το άτομο, υιοθετώντας αυτή τη στάση ζωής, δεν απαλλάσσεται αυτόματα από τις άλλες. Αναγνωρίζει όμως τα δυσάρεστα αποτελέσματα που έχουν οι άλλες θέσεις ζωής στη ζωή του, κατανοεί πώς δημιουργήθηκαν και παίρνει τη συνειδητή απόφαση να μην επιτρέψει πια να επαναληφθούν. Κατανοεί ότι αυτό δε θα γίνει εύκολα και τα αποτελέσματα θα είναι προοδευτικά, αλλά επιλέγει να το προσπαθήσει, έχοντας πειστεί ότι έτσι θα βελτιωθεί η ζωή του.
Εμπόδια προς την αντικειμενική λειτουργία του Ενήλικου
Στην προσπάθεια του Ενήλικου να λειτουργήσει με βάση τα δεδομένα της αντικειμενικής πραγματικότητας εμφανίζονται κάποια εμπόδια. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα περιγράψουμε ως ασθένειες ή καταστάσεις προβληματικής λειτουργίας. Η εξέταση γίνεται γιατί είναι σημαντικό να μπορούμε να αναγνωρίζουμε αυτές τις προβληματικές καταστάσεις και να είμαστε σε θέση να τις αντιμετωπίσουμε.
Το πρώτο είδος προβληματικής λειτουργίας που θα περιγράψουμε το ονομάζεται Μόλυνση του Ενήλικου. Η μόλυνση του Ενήλικου είναι μία κατάσταση, όπου ο Ενήλικος αποδέχεται σαν σωστά δεδομένα που δεν έχει προηγουμένως εξετάσει και επιβεβαιώσει. Όταν τα δεδομένα που αποδέχεται ο Ενήλικος είναι διδαχές του Γονέα τότε λέμε ότι η διαδικασία που δημιουργείται ονομάζεται κοινώς Προκατάληψη. Η προκατάληψη αναπτύσσεται σε μικρή ηλικία, όταν το παιδί αποδέχεται θέσεις των γονέων, χωρίς να τις επιβεβαιώσει υπό το φόβο της επίπληξης ή της τιμωρίας. Ο μολυσμένος από το Γονέα Ενήλικος αδυνατεί τότε να αρνηθεί μία λανθασμένη θέση, ακόμη κι αν του το εξηγήσει κανείς, γιατί φοβάται την τιμωρία.
Εκτός από το Γονέα, ο Ενήλικος μπορεί να μολυνθεί και από το Παιδί, οδηγώντας τον εαυτό του σε φαινόμενα που ονομάζουμε Αυταπάτες ή Παραισθήσεις. Οι αυταπάτες προξενούνται κυρίως από το φόβο. Είναι λογικά δεδομένα που επινοεί ο Ενήλικος στην προσπάθεια του να βρει εξηγήσεις για τους παράλογους φόβους του. Οι φόβοι αυτοί είναι τόσο ισχυροί, που ο Ενήλικος αδυνατεί να τους ελέγξει και προσπαθεί να συμφιλιωθεί μαζί τους, επινοώντας λογικοφανείς αιτίες. Ο μόνος τρόπος να απαλλαγεί από αυτές είναι να κατανοήσει την αρχική πηγή του φόβου του και να τον εντοπίσει στο χώρο των πρώτων εμπειριών του Παιδιού.
Οι παραισθήσεις είναι ένα άλλο φαινόμενο μόλυνσης του Ενήλικου από το Παιδί, φαινόμενο κατά το οποίο ο Ενήλικος, κάτω από καταστάσεις έντονου στρες, αισθάνεται ότι αναβιώνει την απόρριψη, την υποτίμηση και τις επικρίσεις των γονέων του, επικρίσεις που είχε βιώσει πράγματι στο παρελθόν, αλλά οι οποίες δεν επαναλαμβάνονται σήμερα στην πραγματικότητα, απλά ο ίδιος νομίζει ότι επαναλαμβάνονται. Στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος νομίζει ότι όλοι γελάνε με αυτόν, τον επικρίνουν και τον σχολιάζουν, αλλά τίποτα αυτά δε συμβαίνει στην πραγματικότητα, τουλάχιστον όχι στο βαθμό που νομίζει ο ίδιος.
Εκτός από τη μόλυνση μία άλλη λειτουργική ανωμαλία που παρουσιάζεται στον ψυχισμό μας είναι ο Αποκλεισμός. Στον αποκλεισμό το άτομο μπορεί να αποκλείσει τελείως είτε το Γονέα του, είτε το Παιδί του ή ακόμα και τον ίδιο του τον Ενήλικο.
Στην πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα άτομο που δεν έχει συνείδηση. Αισθάνεται ότι οι γονείς, η κοινωνία και οι κανόνες είναι γενικά ή πολύ αυστηροί ή ανύπαρκτοι κσι τους απορρίπτει, απορρίπτοντας παράλληλα και κάθε ηθική, ενοχή, τύψη ή ενδοιασμό και μεταχειριζόμενο τους άλλους για να επιτύχει το σκοπό του. Το άτομο αυτό αισθάνεται ότι δεν έχει αγαπηθεί ποτέ του και συνεπώς δεν ξέρει και πώς να αγαπήσει το ίδιο.
Στη δεύτερη περίπτωση το άτομο είναι ένας άνθρωπος που στην πραγματικότητα δεν μπορεί καθόλου να παίξει. Δε χαλαρώνει ποτέ, είναι πάντα σοβαρό και κάθε φορά που αφήνεται ελεύθερο, αισθάνεται ότι το αποτέλεσμα θα είναι μία στενοχώρια. Το γεγονός αυτό οφείλεται συνήθως στο ότι, ως παιδί, βίωσε πολύ λίγη ευτυχία και έτσι αισθάνεται ότι πρέπει στη ζωή να ανταποκρίνεται πάντοτε στο καθήκον και να παραμερίζει συνεχώς την προσωπική του χαρά και ευτυχία.
Υπάρχουν κι άλλες πιο προχωρημένες περιπτώσεις αποκλεισμού, που οδηγούν σε συγκεκριμένες ψυχιατρικές ασθένειες. Στην περίπτωση της Ψύχωσης για παράδειγμα, ο Ενήλικος έχει αποκοπεί εντελώς από το κέντρο αποφάσεων, καθώς το άτομο θεωρεί πολύ δύσκολο να αποφασίσει με τη λογική τι πρέπει να κάνει. Ο Ενήλικος αντιμετωπίζει στη συγκεκριμένη περίπτωση μία πολύ μεγάλη σύγκρουση στο ψυχισμό του μεταξύ του Γονέα (πρέπει) και του Παιδιού (θέλω), σύγκρουση που αδυνατεί να επιλύσει με αποτέλεσμα να παραιτείται τελείως από την προσπάθεια. Στην περίπτωση αυτή η διάθεση του ατόμου εναλλάσσεται απότομα κυριαρχούμενη άλλοτε από το Γονέα κι άλλοτε από το Παιδί. Περίοδοι ευφορίας και χαράς, όπου κυριαρχεί το Παιδί εναλλάσσονται με περιόδους κατάθλιψης και έντονης κριτικής , που κυριαρχεί ο Γονέας. Η εναλλαγή στη διάθεση εμφανίζεται ως ανεξήγητη για τους άλλους ανθρώπους και είναι ανεξέλεγκτη καθώς δε λειτουργεί εσωτερικά ο Ενήλικος για να την περιορίσει.
Αιτία της συμπεριφοράς αυτής είναι συνήθως η αντιφατική φύση του Γονέα, που οφείλεται σε γονείς που δεν έχουν επιδείξει σταθερότητα στα μηνύματα που αποστέλλουν, ώστε να βοηθήσουν το παιδί να δημιουργήσει μέσα του μία σχέση αιτίου και αποτελέσματος για τη συμπεριφορά του και την επιβράβευση ή επίκριση από το Γονέα. Το παιδί γνωρίζει έτσι ότι αργά ή γρήγορα η διάθεση του γονέα του θα μεταβληθεί, αλλά δε γνωρίζει το γιατί και δεν μπορεί να το προβλέψει. Έτσι ο Ενήλικος του ακυρώνεται και μαθαίνει να περιμένει μοιρολατρικά τις αλλαγές διαθέσεων του γονέα του. Να σημειώσουμε εδώ ότι τέτοια συμπεριφορά επιδεικνύουν γονείς που είναι κι αυτοί μανιοκαταθλιπτικοί (μανία = υπερβολική χαρά, κατάθλιψη = μελαγχολία). Η μανιοκαταθλιπτική συμπεριφορά αυτή μεταβιβάζεται από το γονιό στο παιδί σα να ήταν στην πραγματικότητα ένα κληρονομικό χάρισμα και καταλήγει να στοιχειώνει γενιές και γενιές παιδιών, μέχρι να βρεθεί κάποιος αρκετά ισχυρός Ενήλικος να την ανακόψει.
Ανακεφαλαίωση
Με την αναφορά των θέσεων της ζωής και των εμποδίων για τη δράση του ενήλικου φτάνουμε στο τέλος τους 1ου μέρους της παρουσίασης αυτής της ψυχολογικής θεωρίας. Στο επόμενο μέρος θα δούμε περισσότερες εφαρμογές της θεωρίας στην καθημερινή πραγματικότητα και μία εξέταση των σχέσεων των ανθρώπων μέσα από το πρίσμα της συναλλακτικής ιδιότητας που τους αποδίδει η Συνδιαλλεκτική Ανάλυση.
Βιβλιογραφία
1. Είμαι OK - Είσαι ΟΚ, Τόμας Χάρις, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1997
2. Νευρο-Ψυχιατρικη (/Psycho #236) | Acrobase Archive (http://acro-archive.bedroomlan.org/read.php?clubname=Psycho&number=236)
3. Transactional analysis - Wikipedia, the free encyclopedia (http://en.wikipedia.org/wiki/Transactional_analysis)
4. Transactional Analysis (http://www.itaa-net.org/ta/)
5. Eric Berne's Transactional Analysis parent adult child model, theory and history article (http://www.businessballs.com/transact.htm)
6. Transactional Analysis (http://changingminds.org/explanations/behaviors/ta.htm)
7. I'm OK, You're OK - Wikipedia, the free encyclopedia (http://en.wikipedia.org/wiki/I'm_OK,_You're_OK)
8. Transactional Analysis (http://www.working-minds.com/TApage.htm)
Σημείωση: Τα σχήματα της εργασίας έχουν αντιγραφεί από το δικτυακό τόπο που αναφέρεται στο σημείο 6.
είναι ρεαλιστικές
επιτρέπουν στον άνθρωπο να προχωρήσει στο μέλλον του ανεξάρτητα από το τι έχει συμβεί στο παρελθόν
δίνουν τη δυνατότητα στα άτομα να αλλάξουν
δίνουν τη δυνατότητα για αυτοέλεγχο
δίνουν ελευθερία επιλογής
Η μέθοδος αυτή της Συνδιαλεκτικής Ανάλυσης θεμελιώθηκε από το Δόκτωρα Έρικ Μπερν, ήδη από τη δεκαετία του '50. Το καινούριο που έφερε στο χώρο της ψυχοθεραπείας ήταν ότι μπορούσε να εφαρμοστεί με απλό και κατανοητό τρόπο, τόσο σε άτομα όσο και σε ομάδες. Το γεγονός αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για να εξαπλωθεί η άσκηση της ψυχοθεραπείας στις λαϊκές μάζες, χωρίς να χρειάζονται ειδικά σεμινάρια για εκμάθηση της ορολογίας του Φρόϋντ. Βασισμένη σε αυτή τη μέθοδο, η ψυχιατρική κοινότητα μπορούσε για πρώτη φορά να πιστέψει ότι έχει ένα εργαλείο μαζικής παρέμβασης στην κοινωνία, εργαλείο με το οποίο μπορούσε για πρώτη φορά να ελπίσει ότι θα μπορούσε ακόμα και να αλλάξει τον κόσμο.
Οι βασικές αρχές της μεθόδου πηγαίνουν πίσω στις απαρχές και τους πρώτους δασκάλους της Ψυχοθεραπείας. Ξεκινούν με την κοινή διαπίστωση της θρησκείας, της φιλοσοφίας, του πολιτισμού και της τέχνης ότι ο άνθρωπος έχει πολλαπλή φύση. Πολλαπλή φύση που συνήθως ανάγεται σε διπλή, οι δύο πλευρές της οποίας συγκρούονται μεταξύ τους. Το καλό και το κακό, ο ανώτερος και ο κατώτερος άνθρωπος, το πνεύμα και η ύλη. Την ακριβή υπόσταση της διπλής φύσης αυτής του ανθρώπου ανέλυσε για πρώτη φορά επιστημονικά ο θεμελιωτής της Ψυχοθεραπείας Σίγκμουντ Φρόϋντ. Ο Φρόϋντ ονομάτισε τα μέρη που συγκρούονται μεταξύ τους. Το Υπερεγώ ασκούσε περιοριστική δύναμη πάνω στα ένστικτα έχοντας σα διαιτητή το Εγώ, που ενεργούσε με βάση μία εξιδανικευμένη λογική ατομικού συμφέροντος. Μαθητές του Φρόϋντ όπως ο Γιουγκ ή ο ¶ντλερ έδωσαν άλλα ονόματα στα μέρη που συγκρούονταν μεταξύ τους και εισήγαγαν και νέους παίκτες στο πολεμικό παιχνίδι, παίκτες όπως η Περσόνα, η Σκιά, ο ¶νιμους και η ¶νιμα, το ομαδικό και το προσωπικό ασυνείδητο, η προσωπική και η συλλογική συνείδηση. Συνεχίζοντας από δάσκαλο σε μαθητή ο Δόκτωρ Έρικ Μπερν ανέπτυξε κι αυτός τη δεκαετία του '50 το δικό του μοντέλο ερμηνείας των εσωτερικών μας συγκρούσεων, το μοντέλο της Συνδιαλεκτικής Ανάλυσης. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο τα μέρη του ψυχισμού που συγκρούονται μεταξύ τους είναι τρία, ο Γονέας, ο Ενήλικος και το Παιδί.
Ο Γονέας
Ο Γονέας είναι μία τεράστια συλλογή καταγραφών που έχουν γίνει στον εγκέφαλο μας εξαιτίας εξωτερικών γεγονότων. Οι καταγραφές αυτές έχουν εντυπωθεί πάνω στο άτομο τα πρώτα χρόνια της παιδικής του ζωής χωρίς να έχουν περάσει από κάποιου είδους εξέταση ή επιβεβαίωση. Ονομάζουμε το σύνολο των καταγραφών αυτών Γονέα, επειδή οι πιο σημαντικές από αυτές τις καταγραφές έχουν γίνει από δηλώσεις – παραδείγματα των γονιών του ατόμου ή εκείνων των ατόμων που έπαιζαν το ρόλο του γονέα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ο Γονέας του κάθε ατόμου είναι διαφορετικός κι έχει διαφορετικές καταγραφές από τους άλλους ανθρώπους. Οι πληροφορίες του έχουν καταγραφεί «απευθείας» στο άτομο, χωρίς προηγούμενη εξέταση και αξιολόγηση. Λόγω της μικρής ηλικίας, της αδυναμίας του παιδιού να εξετάσει νοήματα και της εξάρτησης του από τους γονείς, στην ηλικία αυτή δεν υπάρχει περιθώριο κριτικής αξιολόγησης αυτών των πληροφοριών, ούτε εύρεσης της βαθύτερης αιτίας των γεγονότων. Η βίαιη - για παράδειγμα - συμπεριφορά των γονιών είναι απλά βίαιη, χωρίς να αναζητείται η αιτία της βίας ή να εξηγείται το γεγονός αυτής. Στο Γονέα καταγράφονται όλες οι νουθεσίες, οι κανόνες και οι νόμοι που το παιδί άκουσε από τους γονείς του ή είδε στη ζωή τους. Ο τόνος της φωνής, οι γκριμάτσες του προσώπου, τα χάδια και οι αγκαλιές, τα μη και τα όχι τους κι αργότερα οι προφορικές δηλώσεις τους καταγράφονται σαν αλήθειες, καθώς προέρχονται από τη μοναδική – σ' αυτή τη μικρή ηλικία – πηγή σιγουριάς, τους γονείς, που από φυσική και από κάθε άλλη άποψη έχουν απόλυτη εξουσία στη ζωή του παιδιού.
Ο εσωτερικός Γονέας του ατόμου είναι το σύνολο των επιδράσεων αυτών που κουβαλάει ο άνθρωπος μέσα του για μία ολόκληρη ζωή. Οι επιδράσεις αυτές είναι σωτήριες για τη ζωή του ατόμου, ασχέτως αν κάποιες από αυτές είναι υποκειμενικές. Σε μία ηλικία χωρίς κρίση και εμπειρίες, οι διαταγές των γονιών είναι απαραίτητες για να αποφευχθεί η έξοδος στο δρόμο, η επαφή με τη φωτιά, το πέσιμο από τις σκάλες. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν καταγραφές στις οποίες το παιδί «κλείνει το διακόπτη» μέσα του, επειδή δεν παρουσιάζονται συνεπείς προς τον εαυτό τους και το παιδί δεν μπορεί να στηριχτεί σε αυτές. Για παράδειγμα οι διαφωνίες των γονιών του και η ασυνέπεια λόγων και έργων είναι λόγοι που μπορεί να καταστήσουν κάποιες εγγραφές ανενεργές.
Οι περισσότερες καταγραφές του Γονέα έχουν να κάνουν με οδηγίες τύπου «πώς να…». Πώς να στρώσεις το κρεβάτι σου, πώς να φτιάξεις το δωμάτιο σου, πώς να κάτσεις στο τραπέζι, κλπ. Οι οδηγίες αυτές δείχνουν να έχουν δεσμεύσει κάποιους νευρικούς αγωγούς στο μυαλό μας και να μας προμηθεύουν με έτοιμες πληροφορίες, που δεν περνούν από το κύκλωμα της αξιολόγησης. Οι πληροφορίες προέρχονται κατά βάση από τους γονείς αλλά και από άλλα πρόσωπα που έχουν εξουσία πάνω στο άτομο, όπως μεγαλύτερα αδέλφια. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι καταγραφές που κάνει το παιδία βλέποντας τηλεόραση. Όλα αυτά τα ερεθίσματα καταγράφονται ως αλήθειες στον εσωτερικό Γονέα του και το επηρεάζουν και θα το επηρεάζουν σε ολόκληρη τη ζωή του.
Το Παιδί
Την ώρα που το παιδί καταγράφει τα εξωτερικά γεγονότα και τις νουθεσίες στον εγκέφαλο του σαν πληροφορίες – οδηγίες για την πορεία του στη ζωή, καταγράφει ταυτόχρονα και τις δικές του αντιδράσεις, τα συναισθήματα που νιώθει τη στιγμή των γεγονότων. Τα συναισθήματα αυτά είναι δυνατόν να αναπαράγει στο μέλλον στη ζωή του σε ανάλογες συνθήκες ή όταν συμβεί κάποιο ανάλογο εξωτερικό γεγονός και μάλιστα να τα αναπαράγει αυτόματα, χωρίς να ελέγχονται αυτά από τη θέληση του. Στην πρώιμη παιδική ηλικία οι εντυπώσεις καταγράφονται αυτόματα χωρίς νοητική επεξεργασία. Οι καταγραφές που έχουν γίνει κατ' αυτόν τον τρόπο δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν αργότερα. Το μεγαλύτερο μέρος τους είναι αρνητικά συναισθήματα, που προκαλούνται από το αίσθημα κατωτερότητας του παιδικού απέναντι στους παντοδύναμους γονείς του και απέναντι στις συνεχείς απαιτήσεις τους προκειμένου να κερδίσει την επιδοκιμασία τους. Στην προσπάθεια να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των γονέων το παιδί αναγκάζεται να καταπιέσει βασικές του ανάγκες, όπως την έκφραση του θυμού, την περιέργεια, την εξερεύνηση και την ικανοποίηση των σωματικών του αναγκών. Συγκρίνοντας συνεχώς τον εαυτό του με αυτό που του ζητείται, το παιδί γεμίζει από αρνητικά συναισθήματα, που υποδηλώνουν πόσο το ίδιο υπολείπεται των άλλων ή των απαιτήσεων που του προβάλλονται. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΚ θα λέγαμε συνοπτικά ότι είναι το βασικό συναίσθημα που αισθάνεται το παιδί, ενώ ταυτόχρονα αισθάνεται ότι άλλοι είναι ισχυροί και παντοδύναμοι, ότι ΕΙΝΑΙ ΟΚ.
Αυτά τα συναισθήματα παραμένουν μόνιμα στον ψυχισμό του ανθρώπου, καθώς την εποχή που δημιουργήθηκαν δεν υπήρχε δυνατότητα να φιλτραριστούν νοητικά και να εξεταστεί η ορθότητα τους και η συμφωνία τους με την πραγματικότητα. Συνήθως παραμένουν κρυμμένα μέσα στον ψυχισμό μας μέχρι να έρθει μία στιγμή κρίσης, μία στιγμή αδιεξόδου, που η λογική αποτυγχάνει να επιλύσει το πρόβλημα και να διατηρήσει έτσι τον έλεγχο της προσωπικότητας. Τότε ανοίγεται η πόρτα για την έκφραση αυτών των συναισθημάτων.
Από την άλλη πλευρά ο παιδικός ψυχισμός περιέχει και μία σειρά από θετικά συναισθήματα, που κάνουν τη ζωή καλύτερη και πιο ξέγνοιαστη. Η περιέργεια, η δημιουργικότητα, η επιθυμία για γνώση και εξερεύνηση, το ευχάριστο ξάφνιασμα από κάθε νέα εντύπωση και ερέθισμα, η ευχαρίστηση από ένα νέο επίτευγμα, το αίσθημα της ζεστής αγκαλιάς, το απαλό χάδι, ένα απαλό ρούχο και τόσα άλλα είναι εντυπώσεις που απαλύνουν για κάποιες στιγμές το συναίσθημα της κατωτερότητας και καταφέρνουν να δημιουργούν μία νησίδα ευτυχίας, για λίγες στιγμές όμως, χωρίς να αλλάζει η γενική εντύπωση του ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΚ. Δε θα ήταν λοιπόν υπερβολή να πούμε ότι η πλειονότητα των ανθρώπων κρύβουν ένα NOT OK παιδί μέσα τους.
Ο Ενήλικος
Παράλληλα με τις καταγραφές του Γονέα και του Παιδικού από την ηλικία των δέκα μόλις μηνών ο άνθρωπος ξεκινά μία συνειδητή προσπάθεια να ελέγξει το περιβάλλον του. Τα ερεθίσματα και οι αντιδράσεις του προς το περιβάλλον ήταν μέχρι στιγμής ανεξέλεγκτα και αυθόρμητα. Από τους δέκα μήνες και μετά όμως (πρώτες προσπάθειες για αυτόβουλη κίνηση – περπάτημα) ο άνθρωπος αρχίζει πλέον να δοκιμάζει συνειδητά, να επιλέγει δρόμους, να προσανατολίζεται και να απελευθερώνεται από την ακινησία που είχε ως τώρα. Ο Ενήλικος σχηματίζεται προοδευτικά βασισμένος στο συλλογισμό και τη συλλογή πληροφοριών. Αν το Παιδί περιέχει συναισθηματικές αντιδράσεις, ο Ενήλικος περιέχει σκέψεις και στοιχεία, μόνο που τα στοιχεία αυτά έχουν προέλθει από την ίδια του την εμπειρία και δεν είναι δοτά όπως στην περίπτωση του Γονέα. Ο Ενήλικος αρχίζει και διαφοροποιείται λοιπόν από το Γονέα, όσο αρχίζει και διαπιστώνει ότι υπάρχουν καταγραφές του, που δεν επαληθεύονται στην πράξη. H απείθαρχη εμμονή ενός μικρού παιδιού να πιάσει ένα εύθραυστο αντικείμενο ή να ρίξει στο πάτωμα κάτι που σπάει είναι παρορμήσεις του Ενήλικα, που εξερευνά, εμπιστεύεται την ίδια του την κρίση και όχι τη διαταγή του Γονέα.
Ο Ενήλικος διαφοροποιείται και από το Παιδί καθώς στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα και πληροφορίες κι όχι στις επιθυμίες του και βλέπει τη ζωή ρεαλιστικά, όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να είναι. Με την πάροδο του χρόνου ο Ενήλικος αξιολογεί τα όνειρα του Παιδιού και επιλέγει αυτά που κρίνει ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα. Επιλέγει ακόμη και ποιες από τις διαταγές – νουθεσίες του Γονέα θα ακολουθήσει, καθώς τις εξετάζει και βλέπει αν επιβεβαιώνονται στην πράξη. Στην πορεία ενσωματώνει τα κομμάτια του Γονέα και του Παιδιού που έχει θεωρήσει συμβατά με την πραγματικότητα. Στη διαδικασία αυτή είναι σημαντικό να διαπιστώσει ότι οι διαταγές των γονέων αποδείχτηκαν σωστές στην πράξη. Όταν οι οδηγίες των γονέων ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, τότε αισθάνεται κι εκείνος ασφάλεια κι αυτοπεποίθηση και αισθάνεται ότι μπορεί να προχωρήσει με σιγουριά στη ζωή του.
Με την πάροδο του χρόνο ο Ενήλικος αρχίζει και αναπτύσσει επίσης και κάποιες άλλες δεξιότητες, που δεν υπάρχουν στο Γονέα ή στο Παιδί. Μία από αυτές είναι η Εκτίμηση Πιθανοτήτων. Η ικανότητα αυτή αναπτύσσεται με την εξάσκηση, καθώς ο Ενήλικος αναπτύσσεται και παίρνει σιγά σιγά αποφάσεις βασισμένος όχι πάντα σε ολοκληρωμένα στοιχεία, αλλά πολλές φορές βασιζόμενος σε υποθέσεις και βάσιμες πιθανότητες. Για την περίπτωση του λάθους, ο Ενήλικος εξετάζει μάλιστα εναλλακτικές λύσεις, ώστε να καλύψει και την περίπτωση αποτυχίας. Για να λειτουργήσει σωστά αυτή η διαδικασία όμως απαιτείται ένα σχετικά ασφαλές περιβάλλον, που δεν ξυπνά δυσάρεστες μνήμες και αντιδράσεις του Παιδιού. Στις περιπτώσεις που δε συμβαίνει αυτό, ξυπνά το Παιδί κι ο Ενήλικος αδυνατεί να συμμετάσχει στη διαδικασία και περιορίζεται στο να παρατηρεί τα ξεσπάσματα του Παιδιού.
<div align=left><img src=http://www.myhoroscope.gr/articles/images/ta.gif align=left hspace=6 vspace=1</div>Μία άλλη δεξιότητα του Ενήλικου είναι η Δημιουργικότητα. Η Δημιουργικότητα βασίζεται καταρχήν στην παιδική περιέργεια, στην πορεία όμως εμπλουτίζεται με τις νοητικές διεργασίες της ανακάλυψης, της σύνθεσης, των συνδυασμών και της ταξινόμησης. Μέσα από τις διαδικασίες αυτές ο Ενήλικος καταλήγει σε συμπεράσματα, δημιουργεί νέα γνώση και παίρνει αποφάσεις. Η διαδικασία αυτή, που συνδυάζει την περιέργεια με τη συμπερασματική λογική, είναι δυνατόν να μπλοκαριστεί και πάλι, όταν το άτομο αφιερώνει συνεχώς χρόνο στο να αντιμετωπίζει το εχθρικό περιβάλλον του ή να συγκρούεται εσωτερικά με τις καταγραφές του Γονέα του. Αντίθετα, όταν το άτομο έχει διαπιστώσει στην πράξη ότι οι περισσότερες καταγραφές του Γονέα του είναι αληθείς, απελευθερώνεται από την εσωτερική του σύγκρουση, αφήνοντας κάποιες δραστηριότητες του στον αυτόματο πιλότο και βρίσκει χρόνο να δράσει ελεύθερα και πιο δημιουργικά.
Οι τέσσερις θέσεις της ζωής
Με βάση τις ως τώρα μελέτες για τη γέννηση και την ανάπτυξη του παιδιού η Συνδιαλεκτική Ανάλυση έχει καταλήξει ότι κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής του, ο άνθρωπος διαμορφώνει τη βασική ψυχολογική στάση ζωής, την οποία και διατηρεί ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής του. Η στάση ζωής αυτή διαμορφώνεται κατά βάση από τους εξής παράγοντες:
α) την ασφάλεια που νιώθει το παιδί βρέφος στους εννιά μήνες που κυοφορείται μέσα στο ζεστό σώμα της μητέρας του, με την οποία έχει εγκαθιδρύσει μία συμβιωτική σχέση
β) το τραυματικό σοκ της γέννησης, που μέσα σε λίγες ώρες "σπρώχνει" το βρέφος να βγει σε ένα αφιλόξενο (κρύο και θορυβώδες μεταξύ άλλων) εξωτερικό περιβάλλον.
γ) τη συμφιλίωση που λαμβάνει χώρα με τη ζωή, όταν το μωρό νιώσει το πρώτο του χάδi, στιγμή που σηματοδοτεί και το σημείο της ψυχολογικής του γέννησης. Το χάδι και η σωματική επαφή αποτελούν το βασικότερο κίνητρο για την ωρίμανση και ψυχολογική εξέλιξη του ανθρώπου. Στην προσπάθεια του να προβλέψει και να προκαλέσει με τη θέληση του το χάδι της μητέρας του, το παιδί επιστρατεύει όλες τις νοητικές του ικανότητες για να κατανοήσει τις συνθήκες που επιφέρουν αυτή την επιβράβευση και να μπορέσει να τις επαναλάβει. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο Ενήλικος μέσα σε κάθε άνθρωπο αναπτύσσεται και ωριμάζει κατά κύριο λόγο προκειμένου να επιτύχει την ευχαρίστηση που προκαλεί το άγγιγμα και το χάδι.
Με βάση τους πιο πάνω παράγοντες οι τέσσερις θέσεις που μπορεί να καταλήξει ο άνθρωπος σε αυτό το πρώιμο στάδιο της ζωής του είναι οι εξής:
Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ:
Είναι η στάση ζωής που απαντιέται στον περισσότερο κόσμο. Στη θέση αυτό το άτομο αισθάνεται ότι οι γύρω του είναι άτομα καλύτερα από το ίδιο και αισθάνεται ότι το ίδιο μειονεκτεί σε σxέση με τους άλλους. Δεν μπορεί να εξηγήσει υπό ποιες συνθήκες δέχεται επιδοκιμασίες και υπό ποιες όχι κι έτσι αισθάνεται ότι δεν μπορεί να προκαλέσει μόνο του την επιδοκιμασία με τη συμπεριφορά του. Αντίθετα βρίσκεται στο έλεος των άλλων για να εισπράξει την επιδοκιμασία ή το χάδι. Παρόλα αυτά το άτομο προσπαθεί να προκαλέσει την επιδοκιμασία με διάφορα σενάρια και υποθέσεις. Προσπαθεί στη συνέχεια να ακολουθήσει το κάθε τέτοιο σενάριο αλλά, μόλις το εκπληρώσει, αυτό το ακολουθεί κάποιο άλλο, κι έτσι δε μένει ποτέ ικανοποιημένο. Το άτομο μπορεί να συνεχίσει έτσι να ελπίζει και να δοκιμάζει σενάρια, μην ξέροντας με ακρίβεια πότε επιδοκιμάζεται και πότε όχι ή μπορεί να αρνηθεί τη διαδικασία της επιδοκιμασίας και να αποφασίσει ότι θα είναι για πάντα μειονεκτικό σε σχέση με τους άλλους και να σταματήσει να προσπαθεί να γίνει καλύτερο. Τότε επιλέγει συνειδητά να είναι το "κακό παιδί" και να έχει αντιδραστική και αντικοινωνική συμπεριφορά. Τα άτομα που έχουν τη στάση ζωής Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ" επιδιώκουν γενικότερα σχέσεις με άτομα που έχουν ισχυρό Γονέα, γιατί επιδιώκουν να λαμβάνουν από αυτά τη γονική επιδοκιμασία.
Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ:
Στο δεύτερο χρόνο της ζωής του, μόλις έχει ξεκινήσει να περπατάει, το άτομο μπορεί να αλλάξει την αρχική του θέση από το "Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ" στο "Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ". Ο λόγος που μπορεί να προκαλέσει μία τέτοια αλλαγή είναι να παρουσιαστεί μία αλλαγή στο γονική συμπεριφορά. Είναι η ηλικία που το παιδί αρχίζει να περπατάει, άρα διεκδικεί μία μεγαλύτερη ανεξαρτησία κι αρχίζει να εκδηλώνεται μέσα του ο Ενήλικος με τη μορφή της περιέργειας, της εξερεύνησης και της διερεύνησης των ορίων της συμπεριφοράς του. Η αντίδραση των γονέων στην ωρίμανση αυτή του παιδιού μπορεί να είναι καθοριστική για την υπόλοιπη ζωή του. Αν ο γονέας προσπαθήσει να περιορίσει την εξέλιξη αυτή του ενήλικου με απαγορεύσεις, αποδοκιμασίες και τιμωρίες με γενικευμένη άρνηση (λέει σε όλα ΜΗ) ή από την άλλη αποτύχει να καθορίσει συγκεκριμένα όρια επιτρεπόμενης συμπεριφοράς, πέφτοντας σε αμφιταλαντεύσεις και έλλειψη ελέγχου, τότε οδηγεί το παιδί στο να δημιουργήσει μία εντύπωση ότι όχι μόνο το ίδιο αλλά και οι άλλοι δεν είναι ΟΚ. Το παιδί παραιτείται τότε από την προσπάθεια να αρέσει στους άλλους και παύει να χρησιμοποιεί τον Ενήλικο του στις σχέσεις του με τους άλλους. Συμπεριφέρεται μονίμως είτε ως Παιδί είτε ως Γονέας. Και επιπλέον, δεν έχει και τη δυνατότητα να υποστεί την αναγκαία ψυχοθεραπευτική διεργασία, γιατί απορρίπτει και το πρόσωπο του ψυχοθεραπευτή του ως άτομο μη ΟΚ.
Μία ειδική περίπτωση αυτής της θέσης ζωής είναι η περίπτωση του αυτιστικού παιδιού. Το παιδί αυτό περνάει στη θέση "Δεν είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ" χωρίς να έχει προηγηθεί η πρώτη στάση ζωής του "Δεν είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ". Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο να κλειστεί το παιδί στον εαυτό του από την αρχή της ζωής και να μην επικοινωνήσει καθόλου με τον έξω κόσμο. Σε μερικές περιπτώσεις αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την έλλειψη αρκετά δυνατού εξωτερικού ερεθίσματος, όπως το δυνατό σφίξιμο στην αγκαλιά ή το δυνατό χάδι. Ερεθίσματα όπως το πολύ απαλό χάδι, μπορεί να μην είναι αντιληπτά από άτομα που έχουν ανεπαρκή ευαισθησία στην αντίληψη και να οδηγήσουν έτσι σε αυτισμό. Από παρατηρήσεις που έχουν γίνει είναι δυνατό αυτιστικά παιδιά να έχουν σημαντική βελτίωση, αν σε πρώιμο στάδιο αρχίζουν να δέχονται σφικτές αγκαλιές και ερεθίσματα με μεγάλη ένταση που διαπερνούν το πρόβλημα μειωμένης αίσθησης που μπορεί να παρουσιάζουν.
Είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ:
Μία δεύτερη δυνατότητα εξέλιξης της πρώτης θέσης ζωής είναι το να εξελιχθεί αυτή η θέση στο Είμαι ΟΚ - Δεν είσαι ΟΚ. Τα παιδιά που αναπτύσσουν αυτή τη θέση ζωής είναι συνήθως αυτά που είναι κακοποιημένα. Για τα παιδιά αυτά η παρουσία του γονέα είναι πηγή πόνου και βίας και η μόνη τους ανακούφιση είναι η ίδια τους η μοναξιά. Η μοναξιά αυτή οδηγεί προοδευτικά και στη διάθεση για αυτοϊκανοποίηση, καθώς η ευχαρίστηση δεν μπορεί να προέλθει από τον έξω κόσμο. Έχοντας στο μυαλό τους τη βία που έχουν υποστεί, τα παιδιά αυτά αποδέχονται ότι η βία είναι επιτρεπτή κι έτσι θεωρούν ότι έχουν και αυτά την άδεια να χτυπούν. Είναι γεμάτα μίσος για την κοινωνία άλλά το κρύβουν πίσω από μία τυπική ευγένεια. Κι αυτά δεν αποδέχονται εύκολα την ψυχοθεραπεία, καθώς θεωρούν το θεραπευτή τους ότι δεν είναι ΟΚ. Τα άτομα αυτά δεν έχουν όρια και πρέπει και είναι δυνατό να καταλήξουν σε εγκληματικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές. Μαζεύουν γύρω τους άτομα που τους κολακεύουν, αλλά κατά βάθος ξέρουν ότι οι κολακείες αυτές δεν είναι αληθινές, καθώς αυτοί που τις εκστομίζουν οι ίδιοι δεν είναι ΟΚ. Έτσι το αποτέλεσμα είναι ότι μένουν στην αυτοϊκανοποίηση της μοναξιάς τους, καθώς αποδέχονται μόνο τον εαυτό τους ότι είναι ΟΚ.
Είμαι ΟΚ - Είσαι ΟΚ:
Η θέση αυτή είναι μία θέση επίκτητη, που δεν αποκτιέται στην πρώιμη παιδική ηλικία. Είναι μία θέση που αποκτά ο άνθρωπος με συνειδητή του απόφαση και διαφέρει από τις άλλες, γιατί, ενώ οι άλλες είναι υποσυνείδητες και βασίζονται σε αισθήματα, αυτή δεν είναι και βασίζεται σε δεδομένα και στη λογική. Το άτομο, υιοθετώντας αυτή τη στάση ζωής, δεν απαλλάσσεται αυτόματα από τις άλλες. Αναγνωρίζει όμως τα δυσάρεστα αποτελέσματα που έχουν οι άλλες θέσεις ζωής στη ζωή του, κατανοεί πώς δημιουργήθηκαν και παίρνει τη συνειδητή απόφαση να μην επιτρέψει πια να επαναληφθούν. Κατανοεί ότι αυτό δε θα γίνει εύκολα και τα αποτελέσματα θα είναι προοδευτικά, αλλά επιλέγει να το προσπαθήσει, έχοντας πειστεί ότι έτσι θα βελτιωθεί η ζωή του.
Εμπόδια προς την αντικειμενική λειτουργία του Ενήλικου
Στην προσπάθεια του Ενήλικου να λειτουργήσει με βάση τα δεδομένα της αντικειμενικής πραγματικότητας εμφανίζονται κάποια εμπόδια. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα περιγράψουμε ως ασθένειες ή καταστάσεις προβληματικής λειτουργίας. Η εξέταση γίνεται γιατί είναι σημαντικό να μπορούμε να αναγνωρίζουμε αυτές τις προβληματικές καταστάσεις και να είμαστε σε θέση να τις αντιμετωπίσουμε.
Το πρώτο είδος προβληματικής λειτουργίας που θα περιγράψουμε το ονομάζεται Μόλυνση του Ενήλικου. Η μόλυνση του Ενήλικου είναι μία κατάσταση, όπου ο Ενήλικος αποδέχεται σαν σωστά δεδομένα που δεν έχει προηγουμένως εξετάσει και επιβεβαιώσει. Όταν τα δεδομένα που αποδέχεται ο Ενήλικος είναι διδαχές του Γονέα τότε λέμε ότι η διαδικασία που δημιουργείται ονομάζεται κοινώς Προκατάληψη. Η προκατάληψη αναπτύσσεται σε μικρή ηλικία, όταν το παιδί αποδέχεται θέσεις των γονέων, χωρίς να τις επιβεβαιώσει υπό το φόβο της επίπληξης ή της τιμωρίας. Ο μολυσμένος από το Γονέα Ενήλικος αδυνατεί τότε να αρνηθεί μία λανθασμένη θέση, ακόμη κι αν του το εξηγήσει κανείς, γιατί φοβάται την τιμωρία.
Εκτός από το Γονέα, ο Ενήλικος μπορεί να μολυνθεί και από το Παιδί, οδηγώντας τον εαυτό του σε φαινόμενα που ονομάζουμε Αυταπάτες ή Παραισθήσεις. Οι αυταπάτες προξενούνται κυρίως από το φόβο. Είναι λογικά δεδομένα που επινοεί ο Ενήλικος στην προσπάθεια του να βρει εξηγήσεις για τους παράλογους φόβους του. Οι φόβοι αυτοί είναι τόσο ισχυροί, που ο Ενήλικος αδυνατεί να τους ελέγξει και προσπαθεί να συμφιλιωθεί μαζί τους, επινοώντας λογικοφανείς αιτίες. Ο μόνος τρόπος να απαλλαγεί από αυτές είναι να κατανοήσει την αρχική πηγή του φόβου του και να τον εντοπίσει στο χώρο των πρώτων εμπειριών του Παιδιού.
Οι παραισθήσεις είναι ένα άλλο φαινόμενο μόλυνσης του Ενήλικου από το Παιδί, φαινόμενο κατά το οποίο ο Ενήλικος, κάτω από καταστάσεις έντονου στρες, αισθάνεται ότι αναβιώνει την απόρριψη, την υποτίμηση και τις επικρίσεις των γονέων του, επικρίσεις που είχε βιώσει πράγματι στο παρελθόν, αλλά οι οποίες δεν επαναλαμβάνονται σήμερα στην πραγματικότητα, απλά ο ίδιος νομίζει ότι επαναλαμβάνονται. Στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος νομίζει ότι όλοι γελάνε με αυτόν, τον επικρίνουν και τον σχολιάζουν, αλλά τίποτα αυτά δε συμβαίνει στην πραγματικότητα, τουλάχιστον όχι στο βαθμό που νομίζει ο ίδιος.
Εκτός από τη μόλυνση μία άλλη λειτουργική ανωμαλία που παρουσιάζεται στον ψυχισμό μας είναι ο Αποκλεισμός. Στον αποκλεισμό το άτομο μπορεί να αποκλείσει τελείως είτε το Γονέα του, είτε το Παιδί του ή ακόμα και τον ίδιο του τον Ενήλικο.
Στην πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα άτομο που δεν έχει συνείδηση. Αισθάνεται ότι οι γονείς, η κοινωνία και οι κανόνες είναι γενικά ή πολύ αυστηροί ή ανύπαρκτοι κσι τους απορρίπτει, απορρίπτοντας παράλληλα και κάθε ηθική, ενοχή, τύψη ή ενδοιασμό και μεταχειριζόμενο τους άλλους για να επιτύχει το σκοπό του. Το άτομο αυτό αισθάνεται ότι δεν έχει αγαπηθεί ποτέ του και συνεπώς δεν ξέρει και πώς να αγαπήσει το ίδιο.
Στη δεύτερη περίπτωση το άτομο είναι ένας άνθρωπος που στην πραγματικότητα δεν μπορεί καθόλου να παίξει. Δε χαλαρώνει ποτέ, είναι πάντα σοβαρό και κάθε φορά που αφήνεται ελεύθερο, αισθάνεται ότι το αποτέλεσμα θα είναι μία στενοχώρια. Το γεγονός αυτό οφείλεται συνήθως στο ότι, ως παιδί, βίωσε πολύ λίγη ευτυχία και έτσι αισθάνεται ότι πρέπει στη ζωή να ανταποκρίνεται πάντοτε στο καθήκον και να παραμερίζει συνεχώς την προσωπική του χαρά και ευτυχία.
Υπάρχουν κι άλλες πιο προχωρημένες περιπτώσεις αποκλεισμού, που οδηγούν σε συγκεκριμένες ψυχιατρικές ασθένειες. Στην περίπτωση της Ψύχωσης για παράδειγμα, ο Ενήλικος έχει αποκοπεί εντελώς από το κέντρο αποφάσεων, καθώς το άτομο θεωρεί πολύ δύσκολο να αποφασίσει με τη λογική τι πρέπει να κάνει. Ο Ενήλικος αντιμετωπίζει στη συγκεκριμένη περίπτωση μία πολύ μεγάλη σύγκρουση στο ψυχισμό του μεταξύ του Γονέα (πρέπει) και του Παιδιού (θέλω), σύγκρουση που αδυνατεί να επιλύσει με αποτέλεσμα να παραιτείται τελείως από την προσπάθεια. Στην περίπτωση αυτή η διάθεση του ατόμου εναλλάσσεται απότομα κυριαρχούμενη άλλοτε από το Γονέα κι άλλοτε από το Παιδί. Περίοδοι ευφορίας και χαράς, όπου κυριαρχεί το Παιδί εναλλάσσονται με περιόδους κατάθλιψης και έντονης κριτικής , που κυριαρχεί ο Γονέας. Η εναλλαγή στη διάθεση εμφανίζεται ως ανεξήγητη για τους άλλους ανθρώπους και είναι ανεξέλεγκτη καθώς δε λειτουργεί εσωτερικά ο Ενήλικος για να την περιορίσει.
Αιτία της συμπεριφοράς αυτής είναι συνήθως η αντιφατική φύση του Γονέα, που οφείλεται σε γονείς που δεν έχουν επιδείξει σταθερότητα στα μηνύματα που αποστέλλουν, ώστε να βοηθήσουν το παιδί να δημιουργήσει μέσα του μία σχέση αιτίου και αποτελέσματος για τη συμπεριφορά του και την επιβράβευση ή επίκριση από το Γονέα. Το παιδί γνωρίζει έτσι ότι αργά ή γρήγορα η διάθεση του γονέα του θα μεταβληθεί, αλλά δε γνωρίζει το γιατί και δεν μπορεί να το προβλέψει. Έτσι ο Ενήλικος του ακυρώνεται και μαθαίνει να περιμένει μοιρολατρικά τις αλλαγές διαθέσεων του γονέα του. Να σημειώσουμε εδώ ότι τέτοια συμπεριφορά επιδεικνύουν γονείς που είναι κι αυτοί μανιοκαταθλιπτικοί (μανία = υπερβολική χαρά, κατάθλιψη = μελαγχολία). Η μανιοκαταθλιπτική συμπεριφορά αυτή μεταβιβάζεται από το γονιό στο παιδί σα να ήταν στην πραγματικότητα ένα κληρονομικό χάρισμα και καταλήγει να στοιχειώνει γενιές και γενιές παιδιών, μέχρι να βρεθεί κάποιος αρκετά ισχυρός Ενήλικος να την ανακόψει.
Ανακεφαλαίωση
Με την αναφορά των θέσεων της ζωής και των εμποδίων για τη δράση του ενήλικου φτάνουμε στο τέλος τους 1ου μέρους της παρουσίασης αυτής της ψυχολογικής θεωρίας. Στο επόμενο μέρος θα δούμε περισσότερες εφαρμογές της θεωρίας στην καθημερινή πραγματικότητα και μία εξέταση των σχέσεων των ανθρώπων μέσα από το πρίσμα της συναλλακτικής ιδιότητας που τους αποδίδει η Συνδιαλλεκτική Ανάλυση.
Βιβλιογραφία
1. Είμαι OK - Είσαι ΟΚ, Τόμας Χάρις, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1997
2. Νευρο-Ψυχιατρικη (/Psycho #236) | Acrobase Archive (http://acro-archive.bedroomlan.org/read.php?clubname=Psycho&number=236)
3. Transactional analysis - Wikipedia, the free encyclopedia (http://en.wikipedia.org/wiki/Transactional_analysis)
4. Transactional Analysis (http://www.itaa-net.org/ta/)
5. Eric Berne's Transactional Analysis parent adult child model, theory and history article (http://www.businessballs.com/transact.htm)
6. Transactional Analysis (http://changingminds.org/explanations/behaviors/ta.htm)
7. I'm OK, You're OK - Wikipedia, the free encyclopedia (http://en.wikipedia.org/wiki/I'm_OK,_You're_OK)
8. Transactional Analysis (http://www.working-minds.com/TApage.htm)
Σημείωση: Τα σχήματα της εργασίας έχουν αντιγραφεί από το δικτυακό τόπο που αναφέρεται στο σημείο 6.