PDA

View Full Version : Ενδοκρινείς αδένες και ανθρώπινοι αστρολογικοί τύποι



Ζωή και Ζώδια
09-11-2011, 07:22 AM
Στην αρχή της συγκεκριμένης μελέτης θεωρείται απαραίτητο να παρατεθή σχετικός Πίνακας των αντιστοιχιών και επιρροών των πλανητών επί των μερών του ανθρωπίνου σώματος και του συνόλου Οργανισμού, όπως εσχηματίσθη εις τις παραδόσεις της Εισαγωγής στην κλασική Αστρολογία, ο οποίος έχει ως εξής:


Συμβολή εις τις παραδόσεις εισαγωγής στην κλασική Αστρολογία του Δρος Χρίστου Παϊζη
Δρ Εμμανουήλ Κορκιδάκης, Κλινικός Ψυχολόγος
Καθηγητής (CH) της Κοινωνικής Ψυχολογίας


http://myhoroscope.gr/articles/images/korkadenes1.gif

Η ανθρωπίνη κατασκευή αποτελείται από επτά ή οκτώ αναγνωρίσιμα συστήματα που στηρίζονται επάνω εις μια σκελετώδη υποδομή και ενώνονται με συνδετικό ιστό εις ένα στενόν όλον. Αυτά τα συστήματα ενώνονται και εναρμονίζονται από την δράσι της καρδιάς, που διατηρεί την ζωή και από την οποίαν εξαρτάται αυτή καθʼ εαυτήν η ύπαρξι του οργανισμού σαν ολότητα.
Κάθε σύστημα καλύπτει ολόκληρο το σώμα και τον κύριο ρόλο του ρυθμιστή και του μετασχηματιστή εις καθένα από αυτά φαίνεται να τον διαδραματίζη ένας από τους αδένες εσωτερικής εκκρίσεως που είναι τοποθετημένος σε μίαν ιδιαίτερη θέσι του σώματος. Αυτός ο αδένας μετασχηματίζει την συνολική ζωική ενέργεια που παράγεται από τον Οργανισμό από την τροφή, τον ατμοσφ. αέρα, το φως κ.λ.π., στην νευροηλεκτρική τάσι που απαιτείται για το δικό του σύστημα και την δική του λειτουργία.

Επί πλέον, πρέπει να φαντασθούμε ότι ολόκληρη αυτή η επταπλή διάταξι των ανθρωπίνων λειτουργιών υπόκειται εις τρεις διαφορετικούς, αλλά αλληλεπιδρώντες μεταξύ τους, νευρικούς ελέγχους: τον εγκεφαλονωτιαίο, που εξυπηρετεί τις συνειδητές λειτουργίες, τον συμπαθητικό που διεγείρει τις ασυνείδητες ή ενστικτώδείς λειτουργίες, και τον παρασυμπαθητικό και τον πνευμονογαστρικό, που επιβραδύνουν αυτές τις ενστικτώδεις λειτουργίες, που δρουν, με αυτόν τον τρόπο, σαν συμπλήρωμα του τελευταίου. Αυτό μας υποδεικνύει ένα έλεγχο δια την αναμετάδοσι των ενεργητικών νευρικών ώσεων, ένα άλλο για την αναμετάδοσι των παθητικών νευρικών ώσεων και ένα τρίτο για την αναμετάδοσι των ενδιαμέσων ώσεων της σκέψεως, της λογικής ή της συνειδήσεως.

Έχομε, πραγματικά, λόγους να υποθέτωμε ότι αυτοί οι τρεις νευρικοί έλεγχοι αντιπροσωπεύουν τον νόμο των τριών δυνάμεων στο ανθρώπινο σώμα, όπως ακριβώς οι ενδοκρινείς αδένες και τα προϊόντα τους φαίνεται να αντανακλούν τον παγκόσμιο νόμο των οκταβών. Αυτή ακριβώς η εξάρτησι ενός συνεχώς μεταβαλλομένου μίγματος επτά συστατικών υπό ένα τριπλό νευρικό έλεγχο, που ο ίδιος είναι σε μια συνεχή μεταλλαγή, καθιστά τον ανθρώπινο μηχανισμό μια εικόνα όλων των άλλων κόσμων.
Εν τούτοις, αυτός ο συνδυασμός δημιουργεί ένα τόσο λεπτό πρότυπο, που η λειτουργία του ημπορεί να αναλυθή με εκατό διαφορετικούς τρόπους, όλους σωστούς και ταυτόχρονα απατηλούς. Θα ήταν π.χ., απλό να ημπορούσαμε να υποστηρίξωμε ότι τα νεύρα, σαν παράγοντες του νόμου της τριαδικότητος, ελέγχουν τους αδένες σαν παράγοντες του νόμου της οκτάβας. Εκτός, όμως, από τον έλεγχο των αδενικών συστημάτων, τα ίδια τα νεύρα αποτελούν τέτοια συστήματα και ελέγχονται με την σειρά τους, όπως στο Ηλιακό Σύστημα ο κάθε πλανήτης δρα τόσον σαν μια ενδιάμεση δύναμι σύμφωνα με τον νόμο της τριαδικότητος, όσο και σαν μια ξεχωριστή μουσική νότα σύμφωνα με το νόμο των οκταβών.

Με άλλα λόγια, οι τρεις δυνάμεις και οι επτά όψεις, δείχνουν τους διαφορετικούς τρόπους θεωρήσεως του ιδίου φαινομένου. Με τον συνήθη νου μας είμαστε ανίκανοι να αντιληφθούμε τις δύο αρχές να λειτουργούν συγχρόνως, όπως ακριβώς το ανθρώπινο μάτι δεν ημπορεί να εστιασθή στην επιφάνεια ενός καθρέπτη και ταυτόχρονα στα μακρινά αντικείμενα που αντανακλώνται μέσα εις αυτόν. Αν ημορούσαμε να κατανοήσωμε συγχρόνως τον νόμο της τριαδικότητος και τον νόμο των οκταβών θα εννοούσαμε πραγματικά το Ηλιακό Σύστημα ή τον ανθρώπινο οργανισμό στην ολότητά τους. Δεν ημπορούμε να απλοποιήσωμε νοητικά την αλληλεπίδρασι αυτών των δύο νόμων, διότι το απλούστερο υπόδειγμα της ενώσεώς τους είναι ένας παλλόμενος και μεταβαλλόμενος ζωντανός κόσμος.

Μέσα στα πλαίσια αυτού του συστήματος στον ανθρώπινο Οργανισμό η διάταξί τους μας παρέχει ένα απρόσμενο υπόδειγμα. Αν λάβωμε σαν κέντρο των ενδοκρινών αδένων την καρδιά και χαράξωμε ένα σχηματικό διάγραμμα του ανθρωπίνου σώματος επάνω στο οποίο σημειώνονται οι διάφοροι αδένες, ευρίσκομε ότι όλοι είναι επάνω εις ομαλή σπείρα ομοία με εκείνη που αντιπροσωπεύει την γραμμή της δυνάμεως ή της αναπτύξεως εις πολλά φυσικά φαινόμενα. Όπως ακριβώς ένας Γαλαξίας φαίνεται να είναι μια επεκτεινομένη σπείρα ηλίων και το Ηλιακό Σύστημα μια επεκτεινομένη σπείρα πλανητών, έτσι και το ανθρώπινο σώμα μας παρέχει την εντύπωσι μιας επεκτεινομένης σπείρας λειτουργιών.

Ο Ήλιος και η πηγή αυτής της σπείρας είναι η καρδιά. Από εκεί εκτυλίσσεται μέσα από τον θύμο αδένα, το πάγκρεας, τον θυρεοειδή, τους παραθυρεοειδείς και το ηλιακό πλέγμα όπου επενεργούν τα επινεφρίδια, προς την οπισθία υπόφυσι και την προσθία υπόφυσι και με την τελική της συστροφή μέσα από τους αναπαραγωγικούς αδένες προς τον αδένα της επιφύσεως, το έσχατο φυλάκιο και την εσχάτη δυνατότητα του ψυχοφυσικού μας Οργανισμού. Προσθέτοντες λοιπόν μέσα εις αυτήν την διάταξι όσα γνωρίζομε δια τις λειτουργίες των διαφόρων αδένων και δια τα συστήματα τα ελεγχόμενα από αυτούς, σχηματίζομε τον ακόλουθο Πίνακα:


http://myhoroscope.gr/articles/images/korkadenes1b.gif

Οι λειτουργίες που ελέγχονται από τους ενδοκρινείς αδένες παρέχουν με αυτήν την τάξι την ισχυρή εντύπωσι ότι κλιμακώνονται από το χονδροειδές προς το λεπτότερο και από το υλικό προς το λεπτοφυέστερο. Όλες οι λειτουργίες που έχομε συνηθίσει να τις θεωρούμε σαν φυσικές ευρίσκονται στην αρχή του προηγουμένου Πίνακα, ενώ αυτές που θεωρούμε σαν ψυχικές στο τέλος του. Μεταφράζοντες αυτό στην ηλεκτρική ορολογία, θα ελέγαμε ότι, όπως μαρτυρούν αι έξοδοί τους, οι μετασχηματιστές φαίνονται να διατάσσωνται κατά σειρά αυξανομένου βολτάζ και μειουμένου αμπεράζ. Στην συγκεκριμένη περίπτωσι παρατηρείται μια άλλη αξιοσημείωτη πλευρά αυτής της αλυσίδος μετασχηματιστών ενεργείας εντός του ανθρωπίνου σώματος, των οποίων η διάταξι απηχεί με ένα εκπληκτικό τρόπο την διάταξι των πλανητών στο Ηλιακό Σύστημα, αλλά με αντίστροφη την σειρά των τάσεων. Αυτό μας φαίνεται παράξενο μέχρι να λάβωμε υπ' όψιν από την ραδιοφωνία την αρχή των ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με την οποία η ισχύς ενός δέκτη είναι αντιστρόφως ανάλογη της ισχύος του σταθμού εκπομπής.

Εις το σημείον αυτό αρχίζουν να φαίνωνται καθαρά οι σημαντικές συνέπειες της αντιστοιχίας των δύο αυτών συνόλων μετασχηματιστών. Κατά ταύτα οι ενδοκρινείς αδένες φαίνεται ότι είναι ακριβώς αυτοί οι δέκτες των «πλανητικών επιρροών», των οποίων την ύπαρξι είχαμε θέσει προηγουμένως ως υπόθεσι. Ίσως να είναι περισσότερον ακριβές να υποθέσωμε ότι οι πολύπλοκες κεραίες των μεγάλων νευρικών πλεγμάτων – του αυχενικού, του καρδιακού, του ηλιακού (ιλεϊκού), του οσφυϊκού και του «ιερού» οστού – αποτελούν την «συσκευή» που είναι ευαίσθητη σε μια τέτοια πλανητική μετάδοσι, ενώ οι ενδοκρινείς αδένες, μέσω των οποίων επενεργούν, όπως το μεγάφωνο ή η οθόνη της Τ.V., παρέχουν τον μηχανισμό, δια του οποίου εκδηλώνονται αυτές οι αόρατες διεγέρσεις σαν φυσική κίνησι και δράσι.
Εν πάση περιπτώσει, οι αδένες, στην διάταξι της αποστάσεώς τους από την καρδιά, υπακούουν στους ιδίους νόμους που λειτουργούν οι πλανήτες βάσει της διατάξεώς τους ως προς την απόστασί τους από τον Ήλιο. Δομημένοι βάσει του ιδίου σχεδίου, ανταποκρίνονται μεταξύ τους έτσι, ώστε κάθε ένας αποκαλύπτεται σαν ένα ευαίσθητο όργανο, το οποίον όχι μόνον μετασχηματίζει την ανθρωπίνη ενέργεια εις την τάσι που απαιτείται δια την λειτουργία του, αλλά φαίνεται επίσης ότι είναι συντονισμένος με ένα παρόμοιο όργανο επάνω εις μια «κοσμική κλίμακα» και ευθυγραμμίζεται με την καθοδήγησι του οργάνου αυτού.

Έχομε τώρα μια βάσι, δια να εξετάσωμε την δυνατότητα των πλανητών να κυβερνούν τα διάφορα όργανα του ψυχοφυσικού οργανισμού και κατ' επέκτασι να κατηγοριοποιήσωμε τους τύπους τους οποίους εξουσιάζουν και επομένως χρωματίζουν αυτά τα όργανα σαν «συσκευές λήψεως». Σύμφωνα λοιπόν με αυτά είμεθα υποχρεωμένοι να προσεγγίσωμε και να επανεξετάσωμε υπό μία νέα επιστημολογική άποψι τις γενικές προτάσεις της Αστρολογίας, η οποία δυστυχώς παλαιότερα είχε απορριφθή σαν μια μη ακριβής επιστήμη, εξ αιτίας της ελλείψεως δυνατοτήτων συγχρόνου μορφής επιστημονικής επιβεβαιώσεως των ισχυρισμών και αρχών της, παρ' όλον ότι η μέθοδος της παρατηρήσεως επαναληψιμότητος ωρισμένων φαινομένων και της στατιστικής χρησιμοποιούνται από τις σύγχρονες έγκυρες Αστρολογικές Σχολές.

http://www.myhoroscope.gr/articles/images/adenes0.jpg Εκτιμάται όμως ως χρήσιμο και απαραίτητο να αναφερθούμε κατ' αρχήν στις παραδοσιακές αρχές και βασικές διαπιστώσεις της αστροσκοπικής – αστρολογικής επιστήμης και Τέχνης. Κατά ταύτα η παράδοσι της αρχαιοελληνικής, Αραβικής και Μεσαιωνικής Αστρολογίας, η οποία ήταν αδιαχώριστη ενίοτε από την παράλληλη παράδοσι της Αλχημείας, εδίδασκε ότι όλα τα όντα επί του πλανήτη αντιδρούν εις διαφόρους βαθμούς εις ωρισμένες ακαθόριστες εκπορεύσεις – επιδράσεις των απλανών αστέρων, του Ηλίου, της Σελήνης και των διαφόρων πλανητών. Η επίδρασις αυτή προέκυπτε λόγω συναφείας ή «συγγενείας», δηλ. επειδή τα διάφορα όντα περιείχαν εις, διάφορες αναλογίες, ουσίες όμοιες με εκείνες που χαρακτηρίζουν τις διάφορες ουράνιες σφαίρες και των οποίων η δύναμις ηύξανε ή ελλατούτο αναλόγως προς την αύξησι ή ελλάτωσι της ακτινοβολίας των αρχετύπων τους. Παρά ταύτα οι συγγένειες αυτές ήσαν πολύπλοκες. Γενικώς όμως ημπορούμε να αναφέρωμε ότι π.χ. όλα τα μέταλλα εθεωρούντο ότι είχαν μια γενική συγγένεια προς τον πλανήτη Κρόνο, ενώ ο σίδηρος είχε μια ιδιαίτερη σχέσι προς τον Άρη, ο κασσίτερος προς τον Δία, ο χαλκός προς την Αφροδίτη, ο υδράργυρος προς τον Ερμή, ο μόλυβδος ιδιαίτερα προς τον Κρόνο, ο άργυρος προς την Σελήνη, ο χρυσός προς τον Ήλιο, ο αδάμας προς τον ( χθόνιο; ) Δία κ.λ.π.

Ο άνθρωπος εθεωρείτο ότι περιείχε εντός του όλες τις συγγένειες και αυτές οι ξεχωριστές συγγένειες απεδόθησαν στα διάφορα όργανα και τα μέρη του, αν και η ακριβής αντιστοιχία τους μετεβάλλετο από την μια περίοδο στην άλλη. Το συναγόμενο επομένως, βάσει της προηγουμένης αρχής, συμπέρασμα ήταν ότι το άτομο που διέθετε ένα όργανο ή μέρος του ή ένα συμπεριφορικό χαρακτηριστικό του γνώρισμα πολύ ανεπτυγμένο, δηλαδή ένα «κέντρο βάρους» χρωματισμού, κατά κάποιον τρόπο, της προσωπικότητός τους, παρουσίαζε μίαν ειδική συγγένεια ή ευαισθησία προς τον αντίστοιχο πλανήτη, δηλαδή ήταν αυτού του τύπου. Εν τούτοις ποτέ αυτή η ιδέα δεν ανεπτύχθη τόσον πλήρως όσον στην αστρολογική συστημική διδασκαλία του Μεσαίωνα, ώστε η γενική ιδέα της διακυβερνήσεως των διαφόρων οργάνων από τους διαφόρους πλανήτες, να πυροδοτήση τότε μερικές ενδιαφέρουσες προσπάθειες περιγραφής των ονομαζομένων «πλανητικών τύπων». Αποτελεί ένα εντυπωσιακό φόρο τιμής στις αστρολογικές – αλχημικές Σχολές των 13ου και επομένων μ.Χ. αιώνων, από τις οποίες, αν και το υπόλοιπο σύστημά τους έχει χαθή ήδη, έχουν διασωθή όμως όροι – λέξεις που εχρησιμοποιούσαν αυτές τότε και στην σύγχρονη καθημερινή γλώσσα μεταφέροντας στους καθημερινούς ανθρώπους την καλλίτερη πιθανώς ιδέα που ημπορεί να έχη κάποιος διʼ αυτούς τους τύπους, χωρίς κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία και ακριβέστερη γνώσι.

Οι συγκεκριμένες λέξεις – κλειδιά: «Σεληνιακός τύπος, Ερμαϊκός ή Ερμείος, Αφροδισιακός, Άρειος, Δίιος, Κρόνιος, Ποσειδώνιος, υποχθόνιος (Πλουτώνιος)», οι οποίες ετυμολογικά τουλάχιστον έχουν σχηματισθή από τις «συγγένειες» της συμπεριφοράς και εκδηλώσεως πολλών ανθρώπων προς τις ενέργειες εντός του Ηλιακού μας Συστήματος, συνδέουν κάθε τύπο προς τον αντίστοιχο πλανήτη, ο οποίος εκπέμπει συγκεκριμένη ενεργειακή συχνότητα ανάλογη προς τον χαρακτηρισμό που συνήθως αποδίδεται εις αυτήν. Π.χ. και σήμερα ακόμη χρησιμοποιείται ευρύτατα ο όρος «αφροδίσιος - αφροδισιακό» κ.τ.ο. Επίσης ο όρος «Σεληνιακός» (αγγλικά lunatic) ανεφέρετο εις τον τύπο της λειτουργίας της συγγενικής προς την Σελήνη (λ.χ. σεληνιασμός – σεληνιασμένος), χαρακτηρισμός κυρίως δια τους όχι τόσον ισορροπημένους ψυχονοητικά ανθρώπους, ο οποίος όμως αργότερα κατέληξε να αναφέρεται κυρίως εις άτομα με κυκλοθυμικές και ενίοτε περιστασιακά διαταραγμένες τάσεις συμπεριφοράς και ανάλογες ψυχοσωματικές εκδηλώσεις. Ο μόνος τύπος που δεν αναφέρεται στα αστρολογικά συγγράμματα είναι ο «Ήλιος» πρωτογενής ή «πυρικός» τύπος, ο οποίος συνδέεται με την λειτουργία του θύμου αδένα, που αντιστοιχεί στην καρδιά και φαίνεται ότι είναι ο ρυθμιστής εκείνης της αρχικής αδιαφοροποιήτου ζωτικής διεγέρσεως της προερχομένης από τον Ήλιο ως πρωταρχικής πηγής ζωής. Εις αντίθεσι βεβαίως η «υγρή» φύσι του ανθρώπου αναφέρεται στην επιρροή της Σελήνης, της οποίας η έλξι ρυθμίζει την κυκλοφορία της λέμφου και των άλλων υγρών του σώματος, πλήν του αίματος.

Σημειώνεται ότι η κυκλοφορία του αίματος διαχέει την κεντρική ενέργεια εις όλα τα όργανα, μεταφέρουσα τις εκκρίσεις, δηλ. την ιδιαίτερη ορμόνη την εκκρινομένη από κάθε αδένα εις όλη την έκτασι του Οργανισμού με μια ρυθμική ροή και εις μεγαλύτερη ή μικρότερη ποσότητα. Βάσει αυτού, δηλ. «της εκκρίσεως και κράσεως των χυμών του σώματος», οι Έλληνες ιατροί Ιπποκράτης και Γαληνός διέκριναν τους ανθρωπίνους τύπους εις: «αιματώδεις, φλεγματικούς, χολερικούς και μελαγχολικούς». Η τάξις βεβαίως των εκκρίσεων αυτών φαίνεται ότι είναι ανάλογη της ωρισμένης σειράς των Η/Μ εκπομπών και της ηχητικής νότας κάθε πλανήτη. Οι αναλογίες των εις το αίμα αιωρουμένων ορμονών πάντως επιδρούν εις την ανάλογη εκδήλωσι του ατόμου, π.χ. ως σκεπτικού, συμπονετικού, ενεργητικού, παθιασμένου, φιληδόνου κ.λ.π., όπως και η μέση σύστασι του αίματός του, εις συγκεκριμένη χρονική περίοδο, προσδιορίζει τις διαρκέστερες τάσεις του και τα χαρακτηριστικά του, διαμορφώνουσα αναλόγως και τις διάφορες όψεις της ιδιοσυγκρασίας του.

Παρά ταύτα πρέπει να σημειωθή ότι η Αστρολογία μέχρι σήμερα δεν κατώρθωσε να αποδείξη πώς μετεδίδοντο οι πλανητικές επιρροές και με ποίο μέσον εξασκούσαν την δύναμί τους επάνω εις τα γήινα πλάσματα. Το συγκεκριμένο και ιδιαίτερο αυτό κενό, αν οι ενδείξεις και οι αναφορές περί των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων και της ανταπακριτικότητος εις αυτά των ενδοκρινών αδένων του Οργανισμού αντιστοιχούν ορθά, είναι δυνατόν να αρχίση να καλύπτεται και να διανοίγεται ευρύτερο πεδίο σχετικής ερεύνης. Το γεγονός επίσης ότι κατά τον Μεσαίωνα δεν είχαν αστρονομικώς ανακαλυφθή ακόμη οι εξωκρόνιου πλανήτες Ουρανός, Ποσειδών και Πλούτων, κατέστησε αναγκαία την απόδοσι (αναφορά) ωρισμένων δυσνοήτων τότε επιδράσεων και φαινομένων εις τους γνωστούς μέχρι τότε πλανήτες του Πτολεμαϊκού Συστήματος, που ίσχυε, η οποία όμως αναφορά, ακόμη και με αυστηρά αστρολογικά κριτήρια, δεν εταίριαζε κατάφανώς και πλήρως. Μετά όμως την ανακάλυψι των ανωτέρω πλανητών από τον 18ο αι και μέχρι σήμερα, φαίνεται να επαληθεύεται μάλλον και να επεξηγείται παρά να ανατρέπεται ο βασικός ισχυρισμός και το συγκεκριμένο επιχείρημα της Αστρολογίας, ότι και αστρονομικώς άγνωστοι ακόμη οι συγκεκριμένοι πλανήτες, εν τούτοις επιδρούσαν επί των γηίνων όντων και των γεγονότων της Ιστορίας με καθοριστικό τρόπο.

Επενεξετάζοντες πάντως τους βασικούς ισχυρισμούς και τις θέσεις της αστρολογίας υπό το φώς συγχρόνων επιστημονικών δεδομένων, είναι δυνατόν να καταλήξωμε εις την ακόλουθη Πρότασι: Κάθε ενδοκρινής αδένας ή το συσχετιζόμενο προς αυτό νευρικό πλέγμα παρουσιάζει ευαισθησία στο μαγνητικό ρεύμα ενός ιδιαιτέρου πλανήτη και πιθανώς ένα ακριβές μέτρο του βαθμού διεγέρσεως, που αυτός μεταδίδει στον αντίστοιχο αδένα εις μια δεδομένη στιγμή, να έχη σχέσι με το φαινόμενο ύψος του δεδομένου πλανήτη στον ουράνιο θόλο, π.χ. ο ιδιαίτερος μαγνητισμός του πιθανόν να είναι ισχυρότερος, όταν αυτός ευρίσκεται στο μεσουράνημά του, ενώ η επίδρασί του θα είναι ασθενέστερη, όταν αυτός ευρίσκεται κάτω από τον ορίζοντα, λαμβανομένου υπ' όψιν και του γεγονότος ότι κάθε φορά η επίδρασί του θα είναι τροποποιημένη από την διαμόρφωσι των μαγνητικών πεδίων της γής στον συγκεκριμένο τόπο. Επίσης μεγάλη σημασία έχει και η διάταξι των υπολοίπων πλανητών και επομένως και οι «όψεις» που σχηματίζουν ωρισμένοι τουλάχιστον από τους αυτούς με τον κάθε φορά συγκεκριμένο πλανήτη ή με τα «σημεία» του Ωροσκόπου, του Μεσουρανήματος και των Δεσμών της Σελήνης της ώρας εκείνης ή του γενεθλιακού Ωροσκοπίου ενός συγκεκριμένου ατόμου. Συμπληρώνοντας με τα ανωτέρω την παρούσα Συμβολή εις την Εισαγωγή της κλασικής Αστρολογίας του Δρος Χρ. Παϊζη, τονίζομε ότι αποτελεί μια προσπάθεια να προσεγγίσωμε την φύσι των διαφόρων τύπων ενεργειών και επίσης την συναφή προς αυτές αστρολογική κατάταξι των ανθρωπίνων τύπων, τονίζοντες ότι θα καταστή περισσότερον δυνατή, όταν προσεγγίσωμε και εμπειρικά – βιωματικά την μελέτη των εκδηλώσεών τους, δηλαδή μέσα από την φύσι του εαυτού μας.